περίποτος: Difference between revisions

From LSJ

Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε → Audi libenter, ipse adhuc iuvenis, senes → Als junger Mann hör' gerne auf die Älteren

Menander, Monostichoi, 384
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=peripotos
|Transliteration C=peripotos
|Beta Code=peri/potos
|Beta Code=peri/potos
|Definition=ον, (πίνω) of a cup, <span class="sense"><span class="bld">A</span> to [[be drunk from on both sides]] (to explain <b class="b3">δέπας ἀμφικύπελλον</b>), <span class="bibl">Ath.11.783b</span>.</span>
|Definition=ον, (πίνω) of a cup, to [[be drunk from on both sides]] (to explain <b class="b3">δέπας ἀμφικύπελλον</b>), <span class="bibl">Ath.11.783b</span>.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 14:50, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίποτος Medium diacritics: περίποτος Low diacritics: περίποτος Capitals: ΠΕΡΙΠΟΤΟΣ
Transliteration A: perípotos Transliteration B: peripotos Transliteration C: peripotos Beta Code: peri/potos

English (LSJ)

ον, (πίνω) of a cup, to be drunk from on both sides (to explain δέπας ἀμφικύπελλον), Ath.11.783b.

German (Pape)

[Seite 589] ringsherum zu trinken, so lautet eine Erkl. von ἀμφικύπελλον bei Ath. XI, 783 a, wo hinzugesetzt ist πανταχόθεν πίνειν ἐπιτήδειος.

Greek (Liddell-Scott)

περίποτος: -ον, (πίνω) ἐπὶ ποτηρίου, «περίποτον, τὸ πανταχόθεν πίνειν ἐπιτήδειον» (πρὸς ἑρμηνείαν τῆς λ. ἀμφικύπελλον) Ἀθήν. 783Β (ἐν σελ. 350 τοῦ β΄ τόμου τῆς ἐκδ. Meineke).

Greek Monolingual

-ον, Α
(κυρίως χρησιμοποιείται ως ερμηνεία του δέπας ἀμφικύπελλον) (για ποτήρι ή κύπελλο) αυτός από τον οποίο μπορεί κανείς να πιει και από τις δύο πλευρές του («ἄλλοι δὲ τὴν ἀμφὶ ἀντὶ τῆς περὶ εἶναί φασι, ἵν' ᾖ περίποτον, τὸ πανταχόθεν πίνειν ἐπιτήδειον», Αθήν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -ποτος (< ποτός< πίνω), πρβλ. εύ-ποτος].