ἀντιμετάταξις: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)ntimeta/tacis
|Beta Code=a)ntimeta/tacis
|Definition=εως, ἡ, [[interchange of gender]], D.H.<span class="title">Amm.</span>2.10.
|Definition=εως, ἡ, [[interchange of gender]], D.H.<span class="title">Amm.</span>2.10.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ [[cambio]] de género, D.H.<i>Amm</i>.2.10.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιμετάταξις''': -εως, ἡ, [[μεταλλαγή]], ἀνταλλαγὴ θέσεως, ὡς [[ὅταν]] γίνηται [[χρῆσις]] λέξεώς τινος ἀντὶ ἑτέρας, Διον. Ἁλ. περὶ Θουκ. 91.
|lstext='''ἀντιμετάταξις''': -εως, ἡ, [[μεταλλαγή]], ἀνταλλαγὴ θέσεως, ὡς [[ὅταν]] γίνηται [[χρῆσις]] λέξεώς τινος ἀντὶ ἑτέρας, Διον. Ἁλ. περὶ Θουκ. 91.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ [[cambio]] de género, D.H.<i>Amm</i>.2.10.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντιμετάταξις]], η (Α)<br /><b>(Γραμμ.)</b> η [[αλλαγή]] γένους στα ονόματα.
|mltxt=[[ἀντιμετάταξις]], η (Α)<br /><b>(Γραμμ.)</b> η [[αλλαγή]] γένους στα ονόματα.
}}
}}

Revision as of 13:30, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιμετάταξις Medium diacritics: ἀντιμετάταξις Low diacritics: αντιμετάταξις Capitals: ΑΝΤΙΜΕΤΑΤΑΞΙΣ
Transliteration A: antimetátaxis Transliteration B: antimetataxis Transliteration C: antimetataksis Beta Code: a)ntimeta/tacis

English (LSJ)

εως, ἡ, interchange of gender, D.H.Amm.2.10.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ cambio de género, D.H.Amm.2.10.

German (Pape)

[Seite 255] ἡ, gegenseitige Umstellung, Vertauschung. D. Hal. rhett. p. 199, 3.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιμετάταξις: -εως, ἡ, μεταλλαγή, ἀνταλλαγὴ θέσεως, ὡς ὅταν γίνηται χρῆσις λέξεώς τινος ἀντὶ ἑτέρας, Διον. Ἁλ. περὶ Θουκ. 91.

Greek Monolingual

ἀντιμετάταξις, η (Α)
(Γραμμ.) η αλλαγή γένους στα ονόματα.