ἐλαιουργία: Difference between revisions
From LSJ
θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=e)laiourgi/a | |Beta Code=e)laiourgi/a | ||
|Definition=ἡ, [[manufacture of oil]], PFay.91.22 (i A.D.), etc. | |Definition=ἡ, [[manufacture of oil]], PFay.91.22 (i A.D.), etc. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[elaboración de aceite]], <i>PFay</i>.91.22 (I d.C.), <i>PRoss.Georg</i>.2.18.236 (II d.C.), Sch.Pi.<i>P</i>.9.115b. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0789.png Seite 789]] ἡ, Oelbereitung? | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0789.png Seite 789]] ἡ, Oelbereitung? | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (AM [[ἐλαιουργία]])<br />η [[παρασκευή]] λαδιού από ελιές ή άλλες ύλες<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γεωπ·) [[κλάδος]] της γεωπονικής που ασχολείται με την επιστημονική [[παρασκευή]] του λαδιού<br /><b>2.</b> η βιομηχανική [[κυρίως]] [[παρασκευή]] του λαδιού με τα διάφορα στάδιά της, όπως π.χ. η [[διύλιση]], ο [[διαχωρισμός]] [[κατά]] ποιότητες, ο [[καθορισμός]] της οξύτητας κ.λπ.<br /><b>3.</b> γενικώς η [[παραγωγή]] λαδιού από ελαιόκαρπο ή άλλες φυτικές, ζωικές ή ορυκτές ύλες. | |mltxt=η (AM [[ἐλαιουργία]])<br />η [[παρασκευή]] λαδιού από ελιές ή άλλες ύλες<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γεωπ·) [[κλάδος]] της γεωπονικής που ασχολείται με την επιστημονική [[παρασκευή]] του λαδιού<br /><b>2.</b> η βιομηχανική [[κυρίως]] [[παρασκευή]] του λαδιού με τα διάφορα στάδιά της, όπως π.χ. η [[διύλιση]], ο [[διαχωρισμός]] [[κατά]] ποιότητες, ο [[καθορισμός]] της οξύτητας κ.λπ.<br /><b>3.</b> γενικώς η [[παραγωγή]] λαδιού από ελαιόκαρπο ή άλλες φυτικές, ζωικές ή ορυκτές ύλες. | ||
}} | }} |
Revision as of 15:50, 1 October 2022
English (LSJ)
ἡ, manufacture of oil, PFay.91.22 (i A.D.), etc.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
elaboración de aceite, PFay.91.22 (I d.C.), PRoss.Georg.2.18.236 (II d.C.), Sch.Pi.P.9.115b.
German (Pape)
[Seite 789] ἡ, Oelbereitung?
Greek Monolingual
η (AM ἐλαιουργία)
η παρασκευή λαδιού από ελιές ή άλλες ύλες
νεοελλ.
1. (γεωπ·) κλάδος της γεωπονικής που ασχολείται με την επιστημονική παρασκευή του λαδιού
2. η βιομηχανική κυρίως παρασκευή του λαδιού με τα διάφορα στάδιά της, όπως π.χ. η διύλιση, ο διαχωρισμός κατά ποιότητες, ο καθορισμός της οξύτητας κ.λπ.
3. γενικώς η παραγωγή λαδιού από ελαιόκαρπο ή άλλες φυτικές, ζωικές ή ορυκτές ύλες.