συνδαίτης: Difference between revisions
From LSJ
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br />commensal, hôte.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[δαίνυμι]]. | |btext=ου (ὁ) :<br />commensal, hôte.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[δαίνυμι]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συνδαίτης -ου, ὁ zie συνδαίτωρ. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συνδαίτης:''' ου ὁ Luc. = [[συνδαίτωρ]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συνδαίτης:''' -ου, ὁ, = [[συνδαίτωρ]], σε Λουκ. | |lsmtext='''συνδαίτης:''' -ου, ὁ, = [[συνδαίτωρ]], σε Λουκ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=συν-[[δαίτης]], ου, ὁ, = [[συνδαίτωρ]], Luc.] | |mdlsjtxt=συν-[[δαίτης]], ου, ὁ, = [[συνδαίτωρ]], Luc.] | ||
}} | }} |
Revision as of 00:10, 3 October 2022
English (LSJ)
ου, ὁ, = συνδαίτωρ, Luc.Ep.Sat.36; fem. voc. σύνδαιτι, Orph.H.55.10.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
commensal, hôte.
Étymologie: σύν, δαίνυμι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συνδαίτης -ου, ὁ zie συνδαίτωρ.
Russian (Dvoretsky)
συνδαίτης: ου ὁ Luc. = συνδαίτωρ.
Greek (Liddell-Scott)
συνδαίτης: -ου ὁ. = συνδαίτωρ, Λουκ. Ἐπιστ. Κρον. 36· θηλ. κλητ. σύνδαιτι, Ὀρφ. Ὕμν. 55. 10.
Greek Monolingual
ὁ, και τ. θηλ. στην κλητ. σύνδαιτι Α
ο συνδαιτυμόνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -δαίτης (< δαίομαι «τρώγω»), πρβλ. λαιμο-δαίτης].
Greek Monotonic
συνδαίτης: -ου, ὁ, = συνδαίτωρ, σε Λουκ.