τετράχοος: Difference between revisions
From LSJ
ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat
m (Text replacement - "as Subst." to "as substantive") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1100.png Seite 1100]] zsgzgn τετράχους, vier [[χόες]] haltend; κάδοι Hedyl. 2 (App. 28); Geop. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1100.png Seite 1100]] zsgzgn τετράχους, vier [[χόες]] haltend; κάδοι Hedyl. 2 (App. 28); Geop. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τετράχοος:''' стяж. [[τετράχους]] 2 содержащий четыре [[χοῦς]] (κάδοι Anth.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 18: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τετράχοος:''' -ον, αυτός που έχει [[χωρητικότητα]] [[τέσσερις]] [[χόας]], σε Ανθ. | |lsmtext='''τετράχοος:''' -ον, αυτός που έχει [[χωρητικότητα]] [[τέσσερις]] [[χόας]], σε Ανθ. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:10, 3 October 2022
English (LSJ)
ον, contr. τετράχους, ουν, A holding four χόες, κάδος Hedyl. ap. Ath.11.473a; μέτρον PGrenf.2.24.13 (ii B.C.). II as substantive, ὁ, or τό, an amount of four χόες, Gp.9.10.8.
German (Pape)
[Seite 1100] zsgzgn τετράχους, vier χόες haltend; κάδοι Hedyl. 2 (App. 28); Geop.
Russian (Dvoretsky)
τετράχοος: стяж. τετράχους 2 содержащий четыре χοῦς (κάδοι Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
τετράχοος: -ον, συνῃρ. χους, ουν, ὁ χωρῶν τέσσαρας χόας, κάδος Ἀνθ. π. παράρτ. 28. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ὁ, ποσὸν τεσσάρων χοῶν, Γεωπ. 9. 10, 8.
Greek Monotonic
τετράχοος: -ον, αυτός που έχει χωρητικότητα τέσσερις χόας, σε Ανθ.