ὀθόνινος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ πεπρωμένον γὰρ οὐ μόνον βροτοῖς ἄφευκτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν ἔχουσι → fate is unavoidable not only for mortals, but also for those who hold the heavens

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=η, ον :<br />de linge fin.<br />'''Étymologie:''' [[ὀθόνη]].
|btext=η, ον :<br />de linge fin.<br />'''Étymologie:''' [[ὀθόνη]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀθόνῐνος:''' [[полотняный]] Luc.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὀθόνινος]], -ίνη, -ον) [[οθόνη]]<br />κατασκευασμένος από [[λεπτό]] λινό ύφασμα, [[πάνινος]], [[λινός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ὀθόνινον [[πρόσωπον]]»<br />(στον Πλατ.) [[προσωπείο]], [[προσωπίδα]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὀθόνινος]], -ίνη, -ον) [[οθόνη]]<br />κατασκευασμένος από [[λεπτό]] λινό ύφασμα, [[πάνινος]], [[λινός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ὀθόνινον [[πρόσωπον]]»<br />(στον Πλατ.) [[προσωπείο]], [[προσωπίδα]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀθόνῐνος:''' [[полотняный]] Luc.
}}
}}

Revision as of 21:37, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀθόνῐνος Medium diacritics: ὀθόνινος Low diacritics: οθόνινος Capitals: ΟΘΟΝΙΝΟΣ
Transliteration A: othóninos Transliteration B: othoninos Transliteration C: othoninos Beta Code: o)qo/ninos

English (LSJ)

η, ον, of fine linen, Luc.Alex.12, 15; πρόσωπον Pl.Com.142.

German (Pape)

[Seite 296] von Leinwand, Luc. Alex. 12, 15.

French (Bailly abrégé)

η, ον :
de linge fin.
Étymologie: ὀθόνη.

Russian (Dvoretsky)

ὀθόνῐνος: полотняный Luc.

Greek (Liddell-Scott)

ὀθόνῐνος: -η, -ον, ὁ ἐκ λεπτοῦ λινοῦ ὑφάσματος, πρβλ. πρόσωπον ΙΙΙ.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ὀθόνινος, -ίνη, -ον) οθόνη
κατασκευασμένος από λεπτό λινό ύφασμα, πάνινος, λινός
αρχ.
φρ. «ὀθόνινον πρόσωπον»
(στον Πλατ.) προσωπείο, προσωπίδα.