συνιχνεύω: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[ἰχνεύω]]<br />[[ανιχνεύω]] ταυτόχρονα με κάποιον άλλον, [[προσπαθώ]] να βρω τα ίχνη [[μαζί]] με άλλον.
|mltxt=Α [[ἰχνεύω]]<br />[[ανιχνεύω]] ταυτόχρονα με κάποιον άλλον, [[προσπαθώ]] να βρω τα ίχνη [[μαζί]] με άλλον.
}}
{{pape
|ptext=<i>[[zusammen]] [[ausspüren]]</i>, Sp.
}}
}}

Revision as of 16:54, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνιχνεύω Medium diacritics: συνιχνεύω Low diacritics: συνιχνεύω Capitals: ΣΥΝΙΧΝΕΥΩ
Transliteration A: synichneúō Transliteration B: synichneuō Transliteration C: synichneyo Beta Code: sunixneu/w

English (LSJ)

track out with, παρθένον Διονύσῳ Nonn.D.16.193.

Greek (Liddell-Scott)

συνιχνεύω: ἀνιχνεύω ὁμοῦ, τίπτε σὺ μοῦνος παρθένον ἰχνεύοντι συνιχνεύεις Διονύσῳ; Νόνν. Δ. 16. 193.

Greek Monolingual

Α ἰχνεύω
ανιχνεύω ταυτόχρονα με κάποιον άλλον, προσπαθώ να βρω τα ίχνη μαζί με άλλον.

German (Pape)

zusammen ausspüren, Sp.