χαμαιστρωσία: Difference between revisions
From LSJ
κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (pape replacement) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[χαμαιστρωτία]], ἡ, Μ [[χαμαίστρωτος]]<br />[[στρώμα]] που βρίσκεται [[καταγής]]. | |mltxt=και [[χαμαιστρωτία]], ἡ, Μ [[χαμαίστρωτος]]<br />[[στρώμα]] που βρίσκεται [[καταγής]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>[[Lager]] auf der [[Erde]], Schol. Soph. Phil</i>. 33. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:08, 24 November 2022
English (LSJ)
ἡ, a bed on the ground, Sch.S.Ph.33.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰμαιστρωσία: ἡ, κοίτη ἣν ἡ γῆ ὑποστρώννυσι, δηλ. κοίτη ἐκ φύλλων ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, στρῶμα κατὰ γῆς, «χαμαιστρωσία ἐκ φύλλων» Σχόλ. εἰς Σοφ Φιλ. 33 πρὸς ἑρμην. τοῦ στειπτῆ φυλλάς, Κ Μανασσ. Χρον. 6492· ὡσαύτως χαμαιστρωτία, Χριστ. Πάσχων 1852.
Greek Monolingual
και χαμαιστρωτία, ἡ, Μ χαμαίστρωτος
στρώμα που βρίσκεται καταγής.