ἀρετόομαι: Difference between revisions

From LSJ

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2")
m (Text replacement - "Ggstz " to "<span class="ggns">Gegensatz</span> ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0349.png Seite 349]] gedeihen, Ggstz von κακύνομαι, Simplic. ad Epict.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0349.png Seite 349]] gedeihen, <span class="ggns">Gegensatz</span> von κακύνομαι, Simplic. ad Epict.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρετόομαι''': παθ., [[γίνομαι]] [[ἐνάρετος]], [[προκόπτω]] ἐν τῇ ἀρετῇ, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ κακύνομαι, ἡ ψυχὴ τοῖς μὲν χείροσιν ὀρέξεων εἴδεσι κακυνομένη, τοῖς δὲ κρείττοσιν ἀρετουμένη Σιμπλίκ. εἰς Ἐπίκτ. σ. 37. 2.
|lstext='''ἀρετόομαι''': παθ., [[γίνομαι]] [[ἐνάρετος]], [[προκόπτω]] ἐν τῇ ἀρετῇ, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ κακύνομαι, ἡ ψυχὴ τοῖς μὲν χείροσιν ὀρέξεων εἴδεσι κακυνομένη, τοῖς δὲ κρείττοσιν ἀρετουμένη Σιμπλίκ. εἰς Ἐπίκτ. σ. 37. 2.
}}
}}

Revision as of 18:56, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρετόομαι Medium diacritics: ἀρετόομαι Low diacritics: αρετόομαι Capitals: ΑΡΕΤΟΟΜΑΙ
Transliteration A: aretóomai Transliteration B: aretoomai Transliteration C: aretoomai Beta Code: a)reto/omai

English (LSJ)

[ᾰ], Pass., become excellent, grow in goodness, Simp. in Epict.p.10D., Id.in Ph.1066.5.

Spanish (DGE)

crecer en excelencia Simp.in Epict.10, in Ph.1066.5.

German (Pape)

[Seite 349] gedeihen, Gegensatz von κακύνομαι, Simplic. ad Epict.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρετόομαι: παθ., γίνομαι ἐνάρετος, προκόπτω ἐν τῇ ἀρετῇ, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ κακύνομαι, ἡ ψυχὴ τοῖς μὲν χείροσιν ὀρέξεων εἴδεσι κακυνομένη, τοῖς δὲ κρείττοσιν ἀρετουμένη Σιμπλίκ. εἰς Ἐπίκτ. σ. 37. 2.