ὀκτάτονος: Difference between revisions
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2") |
|||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />tendu en huit parties, au nombre de huit.<br />'''Étymologie:''' [[ὀκτώ]], [[τείνω]]. | |btext=ος, ον :<br />[[tendu en huit parties]], [[au nombre de huit]].<br />'''Étymologie:''' [[ὀκτώ]], [[τείνω]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 19:25, 8 January 2023
English (LSJ)
ον, eight-stretched, ἕλικες ὀ. the eight arms of the octopus, AP9.14 (Antiphil.).
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
tendu en huit parties, au nombre de huit.
Étymologie: ὀκτώ, τείνω.
German (Pape)
ἕλικες, die acht Fangarme, welche der Polyp nach seinem Raube ausstreckt, Antiphil. 23 (IX.14).
Russian (Dvoretsky)
ὀκτάτονος: (ᾰ) восьмикратно протянутый: ὀκτάτονοι ἕλικες Anth. восемь щупальцев (осьминога).
Greek (Liddell-Scott)
ὀκτάτονος: [ᾰ], -ον, ὀκτάτονοι ἕλικες, οἱ ὀκτὼ πλόκαμοι ἢ πόδες τοῦ πολύποδος, Ἀνθ. Π. 9. 14.
Greek Monolingual
ὀκτάτονος, -ον (Α)
(για χταπόδι) αυτός που έχει οκτώ πλοκάμους τους οποίους τεντώνει και αρπάζει τη λεία του («ὀκτάτονοι ἕλικες» — τα οκτώ πλοκάμια του χταποδιού, Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οχτώ) + τόνος (< τείνω)].
Greek Monotonic
ὀκτάτονος: [ᾰ], -ον, αυτός που εκτείνεται σε οκτώ μεριές, ἕλικες ὀκτάτονοι, τα οκτώ πλοκάμια του χταποδιού, σε Ανθ.
Middle Liddell
ὀκτά-˘τονος, ον,
eight-stretched, ἕλικες ὀκτ. the eight arms of the cuttlefish, Anth.