προδοτήρ: Difference between revisions
From LSJ
οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
(34) |
|||
Line 6: | Line 6: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ῆρος, ὁ, και θηλ. τ. [[προδότρια]], Μ<br />ο [[προδότης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>προδο</i>- του [[προδίδωμι]] ( | |mltxt=-ῆρος, ὁ, και θηλ. τ. [[προδότρια]], Μ<br />ο [[προδότης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>προδο</i>- του [[προδίδωμι]] ([[πρβλ]]. [[προδοσία]], [[προδότης]]) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρ</i> (<b>πρβλ.</b> <i>αποδο</i>-<i>τήρ</i>)]. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:40, 8 May 2023
German (Pape)
[Seite 717] ῆρος, ὁ, = Folgendem, Tzetz. AH. 382.
Greek (Liddell-Scott)
προδοτήρ: ῆρος, ὁ, = τῷ ἑπομ. Τζέτζ. τὰ πρὸ Ὁμήρου 382.
Greek Monolingual
-ῆρος, ὁ, και θηλ. τ. προδότρια, Μ
ο προδότης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. προδο- του προδίδωμι (πρβλ. προδοσία, προδότης) + επίθημα -τήρ (πρβλ. αποδο-τήρ)].