σαπωνίτης: Difference between revisions

From LSJ
(36)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br />ένυδρο αργιλοπυριτικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου το οποίο ανήκει στην [[ομάδα]] τών αργιλικών ορυκτών και αποτελεί [[μέλος]] της [[σειράς]] του μοντμοριλλονίτη, κν. [[σαπουνόχωμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάπων]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>λιγν</i>-[[ίτης]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο <i>Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν</i>].
|mltxt=ο, Ν<br />ένυδρο αργιλοπυριτικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου το οποίο ανήκει στην [[ομάδα]] τών αργιλικών ορυκτών και αποτελεί [[μέλος]] της [[σειράς]] του μοντμοριλλονίτη, κν. [[σαπουνόχωμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάπων]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. [[λιγνίτης]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο <i>Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν</i>].
}}
}}

Latest revision as of 15:00, 8 May 2023

Greek Monolingual

ο, Ν
ένυδρο αργιλοπυριτικό ορυκτό του μαγνησίου το οποίο ανήκει στην ομάδα τών αργιλικών ορυκτών και αποτελεί μέλος της σειράς του μοντμοριλλονίτη, κν. σαπουνόχωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάπων + κατάλ. -ίτης (πρβλ. λιγνίτης). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν].