ловкость: Difference between revisions
From LSJ
κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[πολυτροπία]], [[πολυτροπίη]], [[φιλότεχνον]], [[ἐπιδεξιότης]], [[εὐχέρεια]], [[φιλοτεχνία]], [[εὐστοχία]], [[δριμύτης]], [[δεξιότης]], [[λῆμα]], [[λᾶμα]], [[σοφία]] | |rueltext=[[πολυτροπία]], [[πολυτροπίη]], [[φιλότεχνον]], [[ἐπιδεξιότης]], [[εὐχέρεια]], [[φιλοτεχνία]], [[εὐστοχία]], [[δριμύτης]], [[δεξιότης]], [[λῆμα]], [[λᾶμα]], [[σοφία]], [[παλάμη]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 06:06, 17 May 2023
Russian > Greek
πολυτροπία, πολυτροπίη, φιλότεχνον, ἐπιδεξιότης, εὐχέρεια, φιλοτεχνία, εὐστοχία, δριμύτης, δεξιότης, λῆμα, λᾶμα, σοφία, παλάμη