παιδοκτονία: Difference between revisions
Μὴ ‘μβαινε δυστυχοῦντι· κοινὴ γὰρ τύχη → Misero cave insultare: Fors hera omnium est → Verhöhne den im Unglück nicht, es trifft auch dich
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
mNo edit summary |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (ΑΜ [[παιδοκτονία]]) [[παιδοκτόνος]]<br />[[φόνος]] παιδιού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(νομ.)</b> η εκ προθέσεως [[θανάτωση]] παιδιού από τη [[μητέρα]] του [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του τοκετού ή [[μετά]] τον τοκετό και ενόσω η [[μητέρα]] τελεί υπό την [[επήρεια]] τών ψυχοσωματικών και διανοητικών συνεπειών του τοκετού. | |mltxt=η (ΑΜ [[παιδοκτονία]]) [[παιδοκτόνος]]<br />[[φόνος]] παιδιού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(νομ.)</b> η εκ προθέσεως [[θανάτωση]] παιδιού από τη [[μητέρα]] του [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του τοκετού ή [[μετά]] τον τοκετό και ενόσω η [[μητέρα]] τελεί υπό την [[επήρεια]] τών ψυχοσωματικών και διανοητικών συνεπειών του τοκετού. | ||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[infanticide]]=== | |||
Armenian: մանկասպանություն; Old Armenian: մանկասպանութիւն; Belarusian: дзетазабойства, інфантыцыд; Bulgarian: детеубийство; Chinese Mandarin: 殺嬰/杀婴; Czech: infanticida; Dutch: [[kindermoord]], [[kinderdoding]], [[infanticide]]; Finnish: lapsenmurha; French: [[infanticide]]; Galician: infanticidio; German: [[Kindesmord]], [[Kindestötung]]; Greek: [[βρεφοκτονία]], [[νηπιοκτονία]]; Ancient Greek: [[βρεφοκτονία]], [[παιδοκτονία]], [[παιδοφονία]], [[τεκνοκτονία]]; Hungarian: csecsemőgyilkosság; Icelandic: barnsmorð; Ido: infantocido; Japanese: 子殺し; Korean: 영아 살해(嬰兒殺害); Latin: [[infanticidium]]; Macedonian: чедоубиство, чедоморство; Persian: قاتل بچه جدیدالولاده; Polish: dzieciobójstwo; Portuguese: [[infanticídio]]; Russian: [[детоубийство]], [[инфантицид]]; Serbo-Croatian Cyrillic: инфантѝцӣд, чедоморство; Roman: infantìcīd, čedomórstvo; Slovak: infanticída; Slovene: detomor; Spanish: [[infanticidio]]; Swedish: barnamord; Telugu: శిశుహత్య; Ukrainian: дітовбивство, інфантицид; Volapük: cililisasen | |||
}} | }} |
Revision as of 05:37, 22 August 2023
English (LSJ)
ἡ, child-murder, Ph.2.27, Hierocl. in CA14p.452M.
German (Pape)
[Seite 441] ἡ, Kindermord, Philo u. a. Sp.
Greek Monolingual
η (ΑΜ παιδοκτονία) παιδοκτόνος
φόνος παιδιού
νεοελλ.
(νομ.) η εκ προθέσεως θανάτωση παιδιού από τη μητέρα του κατά τη διάρκεια του τοκετού ή μετά τον τοκετό και ενόσω η μητέρα τελεί υπό την επήρεια τών ψυχοσωματικών και διανοητικών συνεπειών του τοκετού.
Translations
infanticide
Armenian: մանկասպանություն; Old Armenian: մանկասպանութիւն; Belarusian: дзетазабойства, інфантыцыд; Bulgarian: детеубийство; Chinese Mandarin: 殺嬰/杀婴; Czech: infanticida; Dutch: kindermoord, kinderdoding, infanticide; Finnish: lapsenmurha; French: infanticide; Galician: infanticidio; German: Kindesmord, Kindestötung; Greek: βρεφοκτονία, νηπιοκτονία; Ancient Greek: βρεφοκτονία, παιδοκτονία, παιδοφονία, τεκνοκτονία; Hungarian: csecsemőgyilkosság; Icelandic: barnsmorð; Ido: infantocido; Japanese: 子殺し; Korean: 영아 살해(嬰兒殺害); Latin: infanticidium; Macedonian: чедоубиство, чедоморство; Persian: قاتل بچه جدیدالولاده; Polish: dzieciobójstwo; Portuguese: infanticídio; Russian: детоубийство, инфантицид; Serbo-Croatian Cyrillic: инфантѝцӣд, чедоморство; Roman: infantìcīd, čedomórstvo; Slovak: infanticída; Slovene: detomor; Spanish: infanticidio; Swedish: barnamord; Telugu: శిశుహత్య; Ukrainian: дітовбивство, інфантицид; Volapük: cililisasen