τετράβραχυς: Difference between revisions
From LSJ
Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tetravrachys | |Transliteration C=tetravrachys | ||
|Beta Code=tetra/braxus | |Beta Code=tetra/braxus | ||
|Definition=εος, ὁ, a metrical [[foot consisting of four short syllables]], = [[προκελευσματικός]], Sch. | |Definition=εος, ὁ, a metrical [[foot consisting of four short syllables]], = [[προκελευσματικός]], Sch.Ar.''Av.''238. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 11:22, 25 August 2023
English (LSJ)
εος, ὁ, a metrical foot consisting of four short syllables, = προκελευσματικός, Sch.Ar.Av.238.
German (Pape)
[Seite 1096] εος, ὁ, ein aus vier kurzen Sylben bestehender Versfuß, gewöhnlich προκελευσματικός, Gramm.
Greek (Liddell-Scott)
τετράβρᾰχυς: -εως, ὁ, μετρικὸς ποὺς συγκείμενος ἐκ τεσσάρων βραχειῶν συλλαβῶν, = προκελευσματικός, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 237.
Greek Monolingual
-άχεος, ὁ, ΜΑ
μετρικός πους που αποτελείται από τέσσερεις βραχείες συλλαβές, αλλ. προκελευσματικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + βραχύς.