συμβελής: Difference between revisions
From LSJ
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=symvelis | |Transliteration C=symvelis | ||
|Beta Code=sumbelh/s | |Beta Code=sumbelh/s | ||
|Definition= | |Definition=συμβελές, ([[βέλος]]) [[hit by several arrows at once]], Plb.1.40.13. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 11:53, 25 August 2023
English (LSJ)
συμβελές, (βέλος) hit by several arrows at once, Plb.1.40.13.
German (Pape)
[Seite 978] ές, von mehrern Pfeilen zugleich getroffen, Pol. 1, 40, 13.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
accablé ou criblé de traits.
Étymologie: σύν, βέλος.
Russian (Dvoretsky)
συμβελής: пораженный многими стрелами Polyb.
Greek (Liddell-Scott)
συμβελής: -ές, (βέλος) ὁ ὑπὸ πολλῶν ὁμοῦ βελῶν πεπληγμένος, συμβελῆ γιγνόμενα τὰ θηρία διεταράχθη Πολύβ. 1. 40, 13· ἀλλαχοῦ καταβελής.
Greek Monolingual
-ές, Α
χτυπημένος από πολλά βέλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -βελής (< βέλος), πρβλ. εμβελής, καταβελής].
Greek Monotonic
συμβελής: -ές, αυτός που έχει χτυπηθεί συγχρόνως από πολλά βέλη, σε Πολύβ.