σοφιστεία: Difference between revisions
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.") |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sofisteia | |Transliteration C=sofisteia | ||
|Beta Code=sofistei/a | |Beta Code=sofistei/a | ||
|Definition=ἡ, [[sophistry]], D.S.12.53, Plu.2.78f, D.L.2.113, etc.; opp. [[σοφία]], Ph.1.10; σοφιστεία [[μαντική]], of [[Balaam]], ib.609; title of work by [[Hermagoras]] of [[Amphipolis]], Stoic.1.102: acc. to Poll.4.50, a [[barbarism]]. | |Definition=ἡ, [[sophistry]], [[Diodorus Siculus|D.S.]]12.53, Plu.2.78f, D.L.2.113, etc.; opp. [[σοφία]], Ph.1.10; σοφιστεία [[μαντική]], of [[Balaam]], ib.609; title of work by [[Hermagoras]] of [[Amphipolis]], Stoic.1.102: acc. to Poll.4.50, a [[barbarism]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 07:42, 27 March 2024
English (LSJ)
ἡ, sophistry, D.S.12.53, Plu.2.78f, D.L.2.113, etc.; opp. σοφία, Ph.1.10; σοφιστεία μαντική, of Balaam, ib.609; title of work by Hermagoras of Amphipolis, Stoic.1.102: acc. to Poll.4.50, a barbarism.
German (Pape)
[Seite 914] ἡ, die Kunst eines Sophisten im Reden u. Disputiren, sophistische Kniffe u. Redekünsteleien, Sp., wie Plut. prof. virt. sent. p. 251; Philo.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
art sophistique, subtilité captieuse.
Étymologie: σοφιστής.
Russian (Dvoretsky)
σοφιστεία: ἡ софистическое искусство, софистика Diod., Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
σοφιστεία: ἡ, ἡ τέχνη τοῦ σοφιστοῦ, Διογ. Λ. 2. 113, Πλούτ. 2. 78F, κτλ.· σ. μαντική, ἐπὶ τοῦ Βαλαάμ, Φίλων 1. 609· κατὰ τὸν Πολυδ. Δ΄, 50, βαρβαρισμὸς ἀντὶ τοῦ σοφιστικὴ, ἡ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 130.
Greek Monolingual
η, ΝΑ σοφιστεύω / -ομαι]
η τέχνη του σοφιστή («κατὰ τὴν σοφιστείαν τοσοῦτον τοὺς ἄλλους ὑπερέβαλεν», Διόδ.)
νεοελλ.
σόφισμα
αρχ.
1. σοφία
2. ως κύριο όν. Σοφιστεία
τίτλος έργου του Ερμαγόρου του Αμφιπολίτου.