Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλληλούια: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α ἀλληλούια)<br />[[επιφώνημα]] από αρχική εβραϊκή [[φράση]], που σημαίνει «αἰνεῖτε τὸν Κύριον» — [[συνήθως]] χρησιμοποιείται ως [[επωδός]] εκκλησιαστικών ύμνων και ευχών<br /><b>νεοελλ.</b><br />(ιδιωματική [[φράση]]) «[[κοντός]] [[ψαλμός]] [[αλληλούια]]», [[σύντομα]], [[δίχως]] περιφράσεις<br />λέγεται για [[συζήτηση]] ή [[υπόθεση]] που [[πρέπει]] [[γρήγορα]] να τελειώνει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> εβρ. <i>hallelujah</i> «αινείτε τον <i>Jah</i> (τον Ιεχωβά, τον Κύριον)».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>νεοελλ.</b> [[αλληλουίζω]].
|mltxt=(Α [[ἀλληλούια]])<br />[[επιφώνημα]] από αρχική εβραϊκή [[φράση]], που σημαίνει «αἰνεῖτε τὸν Κύριον» — [[συνήθως]] χρησιμοποιείται ως [[επωδός]] εκκλησιαστικών ύμνων και ευχών<br /><b>νεοελλ.</b><br />(ιδιωματική [[φράση]]) «[[κοντός]] [[ψαλμός]] [[αλληλούια]]», [[σύντομα]], [[δίχως]] περιφράσεις<br />λέγεται για [[συζήτηση]] ή [[υπόθεση]] που [[πρέπει]] [[γρήγορα]] να τελειώνει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> εβρ. <i>hallelujah</i> «αινείτε τον <i>Jah</i> (τον Ιεχωβά, τον Κύριον)».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>νεοελλ.</b> [[αλληλουίζω]].
}}
}}

Revision as of 21:54, 15 October 2024

Greek Monolingual

ἀλληλούια)
επιφώνημα από αρχική εβραϊκή φράση, που σημαίνει «αἰνεῖτε τὸν Κύριον» — συνήθως χρησιμοποιείται ως επωδός εκκλησιαστικών ύμνων και ευχών
νεοελλ.
(ιδιωματική φράση) «κοντός ψαλμός αλληλούια», σύντομα, δίχως περιφράσεις
λέγεται για συζήτηση ή υπόθεση που πρέπει γρήγορα να τελειώνει.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < εβρ. hallelujah «αινείτε τον Jah (τον Ιεχωβά, τον Κύριον)».
ΠΑΡ. νεοελλ. αλληλουίζω.