πρωτοφανής: Difference between revisions

From LSJ

Βουλόμεθα πλουτεῖν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Ditescere omnes volumus, at non possumus → Wir wollen alle reich sein, doch wir können's nicht

Menander, Monostichoi, 64
m (LSJ1 replacement)
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=protofanis
|Transliteration C=protofanis
|Beta Code=prwtofanh/s
|Beta Code=prwtofanh/s
|Definition=πρωτοφανές,<br><span class="bld">A</span> [[appearing first]], [[first visible]], Sch.E.''Hec.''451: Sup., ''Theol.Ar.''16.<br><span class="bld">II</span> metaph., <b class="b3">π. καλύκων</b>, of a girl, ''IG''9(2).649.3 (Thess.).
|Definition=πρωτοφανές,<br><span class="bld">A</span> [[appearing first]], [[first visible]], Sch.E.''Hec.''451: Sup., ''Theol.Ar.''16.<br><span class="bld">II</span> metaph., πρωτοφανὴς [[κάλυξ|καλύκων]], of a girl, ''IG''9(2).649.3 (Thess.).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πρωτοφανής''': -ές, πρώτην φορὰν φαινόμενος, Συνέσ. Ὕμν. 3. 135, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Ἑκ. 451. Ἐπίρρ. -νῶς, Διον. Ἀρεοπ. σελ. 48.
|lstext='''πρωτοφανής''': -ές, πρώτην φορὰν φαινόμενος, Συνέσ. Ὕμν. 3. 135, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Ἑκ. 451. Ἐπίρρ. πρωτοφανῶς, Διον. Ἀρεοπ. σελ. 48.
}}
}}
{{eles
{{eles
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΑ<br />αυτός που εμφανίζεται, γίνεται ή συμβαίνει για πρώτη [[φορά]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>συνεκδ.</b> [[καταπληκτικός]], [[ασυνήθιστος]], [[παράδοξος]] («[[πρωτοφανής]] [[θρασύτητα]]»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>πρωτοφανώς</i> / <i>πρωτοφανῶς</i> ΝΑ<br />με πρωτοφανή τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πρωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]]/ [[φαίνομαι]]), [[πρβλ]]. [[πολυφανής]]].
|mltxt=-ές, ΝΑ<br />αυτός που εμφανίζεται, γίνεται ή συμβαίνει για πρώτη [[φορά]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>συνεκδ.</b> [[καταπληκτικός]], [[ασυνήθιστος]], [[παράδοξος]] («[[πρωτοφανής]] [[θρασύτητα]]»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>[[πρωτοφανώς]]</i> / <i>[[πρωτοφανῶς]]</i> ΝΑ<br />με πρωτοφανή τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πρωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]]/ [[φαίνομαι]]), [[πρβλ]]. [[πολυφανής]]].
}}
}}
{{elmes
{{elmes
|esmgtx=-ές [[que brilla el primero]] de Eros ἐπικαλοῦμαί σε ... πρωτοφανῆ, νυκτιφανῆ, νυκτιχαρῆ <b class="b3">te invoco a ti, tú que brillas el primero, que surges de noche, que te alegras con la noche</b> P IV 1794 del escarabajo χαῖρε ... κάνθαρε, ... αὐτογένεθλε, ὅτι δισύλλαβος εἶ, AH, καὶ π. εἶ <b class="b3">te saludo, escarabajo, autoengendrado, porque eres bisílabo, AE, y eres el que brilla en primer lugar</b> P IV 944  
|esmgtx=-ές [[que brilla el primero]] de Eros ἐπικαλοῦμαί σε ... πρωτοφανῆ, νυκτιφανῆ, νυκτιχαρῆ <b class="b3">te invoco a ti, tú que brillas el primero, que surges de noche, que te alegras con la noche</b> P IV 1794 del escarabajo χαῖρε ... κάνθαρε, ... αὐτογένεθλε, ὅτι δισύλλαβος εἶ, AH, καὶ π. εἶ <b class="b3">te saludo, escarabajo, autoengendrado, porque eres bisílabo, AE, y eres el que brilla en primer lugar</b> P IV 944  
}}
}}

Revision as of 15:52, 24 October 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρωτοφᾰνής Medium diacritics: πρωτοφανής Low diacritics: πρωτοφανής Capitals: ΠΡΩΤΟΦΑΝΗΣ
Transliteration A: prōtophanḗs Transliteration B: prōtophanēs Transliteration C: protofanis Beta Code: prwtofanh/s

English (LSJ)

πρωτοφανές,
A appearing first, first visible, Sch.E.Hec.451: Sup., Theol.Ar.16.
II metaph., πρωτοφανὴς καλύκων, of a girl, IG9(2).649.3 (Thess.).

German (Pape)

[Seite 807] ές, zuerst erscheinend, zum ersten Male sichtbar, Sp.; im superl. πρωτοφανέστατος Theol. arithm. p. 16.

Greek (Liddell-Scott)

πρωτοφανής: -ές, πρώτην φορὰν φαινόμενος, Συνέσ. Ὕμν. 3. 135, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Ἑκ. 451. Ἐπίρρ. πρωτοφανῶς, Διον. Ἀρεοπ. σελ. 48.

Spanish

que brilla el primero

Greek Monolingual

-ές, ΝΑ
αυτός που εμφανίζεται, γίνεται ή συμβαίνει για πρώτη φορά
νεοελλ.
συνεκδ. καταπληκτικός, ασυνήθιστος, παράδοξοςπρωτοφανής θρασύτητα»).
επίρρ...
πρωτοφανώς / πρωτοφανῶς ΝΑ
με πρωτοφανή τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + -φανής (< φαίνω/ φαίνομαι), πρβλ. πολυφανής].

Léxico de magia

-ές que brilla el primero de Eros ἐπικαλοῦμαί σε ... πρωτοφανῆ, νυκτιφανῆ, νυκτιχαρῆ te invoco a ti, tú que brillas el primero, que surges de noche, que te alegras con la noche P IV 1794 del escarabajo χαῖρε ... κάνθαρε, ... αὐτογένεθλε, ὅτι δισύλλαβος εἶ, AH, καὶ π. εἶ te saludo, escarabajo, autoengendrado, porque eres bisílabo, AE, y eres el que brilla en primer lugar P IV 944