κατάτρησις: Difference between revisions

From LSJ

Σέβου τὸ θεῖον μὴ ‘ξετάζων, πῶς ἔχει → Venerare numen: quid sit, noli quaerere → Die Gottheit ehre ohne Prüfung ihres Tuns

Menander, Monostichoi, 474
(c2)
(6_8)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1386.png Seite 1386]] ἡ, das Durchbohren, Sp.; das Loch, Epicur. bei Plut. plac. phil. 2, 20 E.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1386.png Seite 1386]] ἡ, das Durchbohren, Sp.; das Loch, Epicur. bei Plut. plac. phil. 2, 20 E.
}}
{{ls
|lstext='''κατάτρησις''': -εως, ἡ, [[διάτρησις]], τὸ διὰ μέσου τρυπᾶν, ὀπή, [[ἄνοιγμα]], γήϊνον [[πύκνωμα]] κισηροειδὲς ταῖς κατ. [[εἶναι]] τὸν ἥλιον Ἐπίκουρ. παρὰ Πλουτ. 2. 890C· τερηδὼν ὀστοῦ [[κατάτρησις]] ἀπὸ φθορᾶς Γαλην.· αἱ τῶν ῥινῶν κατατρήσεις Θωμ. Μάγιστρ. σ. 784· αἱ τῶν σφηκῶν κατατρήσεις Ἡσύχ.
}}
}}

Revision as of 09:54, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατάτρησις Medium diacritics: κατάτρησις Low diacritics: κατάτρησις Capitals: ΚΑΤΑΤΡΗΣΙΣ
Transliteration A: katátrēsis Transliteration B: katatrēsis Transliteration C: katatrisis Beta Code: kata/trhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A aperture, mostly pl., Epicur. ap. Placit.2.20.14, Dsc.5.102, Gal.7.728, al., Erot. s.v. σπόγγοι.

German (Pape)

[Seite 1386] ἡ, das Durchbohren, Sp.; das Loch, Epicur. bei Plut. plac. phil. 2, 20 E.

Greek (Liddell-Scott)

κατάτρησις: -εως, ἡ, διάτρησις, τὸ διὰ μέσου τρυπᾶν, ὀπή, ἄνοιγμα, γήϊνον πύκνωμα κισηροειδὲς ταῖς κατ. εἶναι τὸν ἥλιον Ἐπίκουρ. παρὰ Πλουτ. 2. 890C· τερηδὼν ὀστοῦ κατάτρησις ἀπὸ φθορᾶς Γαλην.· αἱ τῶν ῥινῶν κατατρήσεις Θωμ. Μάγιστρ. σ. 784· αἱ τῶν σφηκῶν κατατρήσεις Ἡσύχ.