πόστος: Difference between revisions
Τίμα τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → Metue senectam: quippe comitata advenit → Das Alter achte, denn alleine kommt es nicht
(13_4) |
(6_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0688.png Seite 688]] der, die, das wievielte? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστίν, ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον, Od. 24, 288; κατανόησον, πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, Xen. Cyr. 4, 1, 16, d. i. mit einem wie kleinen Theile; Plut. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0688.png Seite 688]] der, die, das wievielte? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστίν, ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον, Od. 24, 288; κατανόησον, πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, Xen. Cyr. 4, 1, 16, d. i. mit einem wie kleinen Theile; Plut. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''πόστος''': -η, -ον, ([[πόσος]]) [[ποῖος]] κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν σειράν, Λατ. quotus, πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα ἔτη [[εἶναι]] ἀφ’ ὅτου...; Ὀδ. Ω. 288· πόστην (ἐξυπ. ὥραν) [[ἥλιος]] τέτραπται; ποίαν ὥραν δεικνύει; Λατ. quota hora? Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 210· κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, δηλ. μὲ πόσον μικρὸν [[μέρος]], Ξεν. Κύρ. 4. 1, 16. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:03, 5 August 2017
English (LSJ)
η, ον,
A which in the ordinal series? π. δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; how many years is it since . .? Od.24.288; πόστην (sc. γραμμήν, i. e. on the sun-dial) ἥλιος τέτραπται; Ar.Fr.163; π. ῥύμη; which side-street? which turning? Philippid.22; κατὰ π. σφόνδυλον; Gal.8.238; ἐνθυμήθητι π. ἀφ' Ἡρακλέους ἐγένετο Arr.Epict.2.18.22; κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν with what fraction, i.e. with how small a part, X.Cyr.4.1.16, cf. Jul.Mis. 340b; Ξενοφῶν π. μέρος τοῦ λόχου ἡ ἐνωμοτία ἐστὶν οὐ διασαφεῖ Arr. Tact.6.3. II ποστός, ή, όν, holding a certain place in the ordinal series, τῇ ποστῇ (sc. ἡμέρᾳ) on such-and-such a day of the month, PMag.Leid.W.3.35, cf. S.E.M.5.37. (Prob.from ποσσοστος, formed from πός (ς) οι on analogy of πολλοστός from πολλοί.)
German (Pape)
[Seite 688] der, die, das wievielte? πόστον δὴ ἔτος ἐστίν, ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον, Od. 24, 288; κατανόησον, πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, Xen. Cyr. 4, 1, 16, d. i. mit einem wie kleinen Theile; Plut.
Greek (Liddell-Scott)
πόστος: -η, -ον, (πόσος) ποῖος κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν σειράν, Λατ. quotus, πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα ἔτη εἶναι ἀφ’ ὅτου...; Ὀδ. Ω. 288· πόστην (ἐξυπ. ὥραν) ἥλιος τέτραπται; ποίαν ὥραν δεικνύει; Λατ. quota hora? Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 210· κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, δηλ. μὲ πόσον μικρὸν μέρος, Ξεν. Κύρ. 4. 1, 16.