ὄψ: Difference between revisions

From LSJ

Μήποτε λάβῃς γυναῖκας εἰς συμβουλίαν → Consilia versas? Noli admittere mulierem → Zieh niemals Frauen zur Beratung mit hinzu

Menander, Monostichoi, 355
(13_6a)
(6_1)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0431.png Seite 431]] [[ὀπός]], ἡ ([[ἔπος]]), die Stimme des Sprechenden, Singenden, Rufenden; [[οὐδέ]] πω Ἀτρείδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος, Il. 16, 76; Μοῦσαι ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ, 1, 604; ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ, Od. 10, 221; der Sirenen, 12, 52; auch von den Cicaden, ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι, Il. 3, 152; ἀρνῶν, 4, 435; Ausspruch, Rede, 7, 53. 11, 137. 21, 98; Pind. ἔβαλεν [[ὕμνος]] ὀπὶ νέων κελαδέων, N. 3, 63; ὄπα γλυκεῖαν προχεόντων ἐμάν, P. 10, 56, öfter; Aesch. Suppl. 58; Soph. El. 1057; ἤκουσαν ὑστάτην ὄπα, Eur. Hec. 555; ἐξέκλαγξ' ὄπα ἀξύνετον, Ion 1204, öfter; einzeln bei sp. D.; der plur. scheint nicht vorzukommen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0431.png Seite 431]] [[ὀπός]], ἡ ([[ἔπος]]), die Stimme des Sprechenden, Singenden, Rufenden; [[οὐδέ]] πω Ἀτρείδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος, Il. 16, 76; Μοῦσαι ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ, 1, 604; ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ, Od. 10, 221; der Sirenen, 12, 52; auch von den Cicaden, ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι, Il. 3, 152; ἀρνῶν, 4, 435; Ausspruch, Rede, 7, 53. 11, 137. 21, 98; Pind. ἔβαλεν [[ὕμνος]] ὀπὶ νέων κελαδέων, N. 3, 63; ὄπα γλυκεῖαν προχεόντων ἐμάν, P. 10, 56, öfter; Aesch. Suppl. 58; Soph. El. 1057; ἤκουσαν ὑστάτην ὄπα, Eur. Hec. 555; ἐξέκλαγξ' ὄπα ἀξύνετον, Ion 1204, öfter; einzeln bei sp. D.; der plur. scheint nicht vorzukommen.
}}
{{ls
|lstext='''ὄψ''': (Α), ἡ, ποιητ. [[ὄνομα]] ἐν χρήσει μόνον ἐν ταῖς πλαγίαις πτώσεσι τοῦ ἑνικοῦ, [[ὀπός]], ὀπί, ὄπα˙ - [[φωνή]], [[εἴτε]] ἐν ὁμιλίᾳ, Ἀτρείδεω ὀπὸς ἔκλυον Ἰλ. Π. 76˙ ξυνέηκε θεᾶς ὄπα φωνησάσης Β. 182, κτλ.˙ [[εἴτε]] ἔν ᾄσματι, Κίρκης .. ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ Ὀδ. Κ. 221, πρβλ. Ε. 61˙ ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ Ἰλ. Α. 604˙ οὕτω παρ’ Ἡσ., Πινδ. καὶ τοῖς Τραγ., ἐπὶ τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς˙ ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς φωνῆς τῶν τεττίγων, ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι Ἰλ. Γ. 152˙ τῶν ἀμνῶν, ἀκούουσαι ὄπα ἀρνῶν Δ. 435˙ τῶν αὐλῶν, αὐλῶν φθεγγομένων ἱμερόεσσαν ὄπα Θέογν. 532. ΙΙ. [[λόγος]], ὣς γὰρ ἐγὼν ὄπ’ ἄκουσα θεῶν Ἰλ. Η. 53˙ ἀμείλικτον δ’ ὄπ’ ἄκουσαν Λ. 137., Φ. 98, πρβλ. Σοφ. Ἠλ. 1068, κτλ. (Ἐκ τῆς √ΕΠ, [[ὅθεν]] καὶ [[ἔπος]], εἰπεῖν).
}}
}}

Revision as of 10:07, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὄψ Medium diacritics: ὄψ Low diacritics: οψ Capitals: ΟΨ
Transliteration A: óps Transliteration B: ops Transliteration C: ops Beta Code: o)/y

English (LSJ)

(A), ἡ, poetic Noun, used in obliq. cases of sg., ὀπός, ὀπί, ὄπα,

   A voice, whether in speaking, shouting, lamenting, Ἀτρείδεω ὀπὸς ἔκλυον Il.16.76, cf. 14.150, 18.222, 22.451, etc.; or in singing, Κίρκης . . ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ Od.10.221, cf. 5.61; ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ Il.1.604, cf. Hes.Th.41, al., Pi.N.7.84, al., B.16.129, A.Supp.60 (lyr.), etc.; also of cicadae, ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι Il.3.152; of lambs, ἀκούουσαι ὄπα ἀρνῶν 4.435; of flutes, αὐλῶν φθεγγομένων ἱμερόεσσαν ὄπα Thgn. 532.    II word, ὡς γὰρ ἐγὼν ὄπ' ἄκουσα θεῶν Il.7.53; ἀμείλικτον δ' ὄπ' ἄκουσαν 11.137, cf. 21.98, S.El.1068 (lyr.), etc. (Cogn. with ἔπος, εἰπεῖν.)
ὄψ (B), ἡ, gen. ὀπός, (ὄψομαι)

   A = ὄψις, the eye, face, Emp.88, Antim.63.

German (Pape)

[Seite 431] ὀπός, ἡ (ἔπος), die Stimme des Sprechenden, Singenden, Rufenden; οὐδέ πω Ἀτρείδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος, Il. 16, 76; Μοῦσαι ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ, 1, 604; ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ, Od. 10, 221; der Sirenen, 12, 52; auch von den Cicaden, ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι, Il. 3, 152; ἀρνῶν, 4, 435; Ausspruch, Rede, 7, 53. 11, 137. 21, 98; Pind. ἔβαλεν ὕμνος ὀπὶ νέων κελαδέων, N. 3, 63; ὄπα γλυκεῖαν προχεόντων ἐμάν, P. 10, 56, öfter; Aesch. Suppl. 58; Soph. El. 1057; ἤκουσαν ὑστάτην ὄπα, Eur. Hec. 555; ἐξέκλαγξ' ὄπα ἀξύνετον, Ion 1204, öfter; einzeln bei sp. D.; der plur. scheint nicht vorzukommen.

Greek (Liddell-Scott)

ὄψ: (Α), ἡ, ποιητ. ὄνομα ἐν χρήσει μόνον ἐν ταῖς πλαγίαις πτώσεσι τοῦ ἑνικοῦ, ὀπός, ὀπί, ὄπα˙ - φωνή, εἴτε ἐν ὁμιλίᾳ, Ἀτρείδεω ὀπὸς ἔκλυον Ἰλ. Π. 76˙ ξυνέηκε θεᾶς ὄπα φωνησάσης Β. 182, κτλ.˙ εἴτε ἔν ᾄσματι, Κίρκης .. ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ Ὀδ. Κ. 221, πρβλ. Ε. 61˙ ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ Ἰλ. Α. 604˙ οὕτω παρ’ Ἡσ., Πινδ. καὶ τοῖς Τραγ., ἐπὶ τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς˙ ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς φωνῆς τῶν τεττίγων, ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι Ἰλ. Γ. 152˙ τῶν ἀμνῶν, ἀκούουσαι ὄπα ἀρνῶν Δ. 435˙ τῶν αὐλῶν, αὐλῶν φθεγγομένων ἱμερόεσσαν ὄπα Θέογν. 532. ΙΙ. λόγος, ὣς γὰρ ἐγὼν ὄπ’ ἄκουσα θεῶν Ἰλ. Η. 53˙ ἀμείλικτον δ’ ὄπ’ ἄκουσαν Λ. 137., Φ. 98, πρβλ. Σοφ. Ἠλ. 1068, κτλ. (Ἐκ τῆς √ΕΠ, ὅθεν καὶ ἔπος, εἰπεῖν).