προεισάγω: Difference between revisions

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473
(13_5)
(6_3)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0718.png Seite 718]] (s. [[ἄγω]]), vorher hineinführen; ἐμοῦ προεισηγμένου, sc. εἰς φράτορας, Dem. 39, 32; von Schauspielern, auftreten lassen, Arist. pol. 7, 17. – Med. für sich, zum eigenen Gebrauche vorher einführen; vom Lande in die Stadt, προεισάξαντο σιτία, Her. 1, 190. 8, 20.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0718.png Seite 718]] (s. [[ἄγω]]), vorher hineinführen; ἐμοῦ προεισηγμένου, sc. εἰς φράτορας, Dem. 39, 32; von Schauspielern, auftreten lassen, Arist. pol. 7, 17. – Med. für sich, zum eigenen Gebrauche vorher einführen; vom Lande in die Stadt, προεισάξαντο σιτία, Her. 1, 190. 8, 20.
}}
{{ls
|lstext='''προεισάγω''': [ᾰ], Ἰων. προεσ-, [[εἰσάγω]] [[προηγουμένως]] ἢ πρότερον, εἰς τοὺς φράτερας Δημ. 1004. 6· τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Πλούτ. 2. 1066D· ― [[εἰσάγω]] ἢ [[περιγράφω]] πρῶτον, τι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνι 2· ― Μέσ., [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν προτέρων δι’ ἐμαυτὸν ἢ πρὸς ἰδίαν μου χρῆσιν, [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν, προεσάξαντο σιτία Ἡρόδ. 1. 190, πρβλ. 8. 20. ΙΙ. ἀμετάβ., οὐδενὶ [[πώποτε]] παρῆκεν [[ἑαυτοῦ]] προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 17, 13.
}}
}}

Revision as of 10:12, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προεισάγω Medium diacritics: προεισάγω Low diacritics: προεισάγω Capitals: ΠΡΟΕΙΣΑΓΩ
Transliteration A: proeiságō Transliteration B: proeisagō Transliteration C: proeisago Beta Code: proeisa/gw

English (LSJ)

[ᾰ],

   A bring in, introduce before (sc. εἰς τοὺς φράτερας), D. 39.32 (Pass.); ἐπὶ τὴν χώραν τἀδελφοῦ IG22.1326.31 (Pass.); τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Plu.2.1066d; τὰ προεισηγμένα measures previously introduced, v.l.in J.AJ19.2.2; in writing, introduce or describe first, τὸν τοῦ πρεσβυτέρου [βίον] Plu.Dio 2; ἡ προεισηγμένη σφραγίς aforementioned, PHamb.12.20 (iii A.D., prob.), cf. Stud.Pal.17p.25 (iii A.D.).    II intr., ἑαυτοῦ π. go on the stage before oneself, Arist. Pol.1336b29.

German (Pape)

[Seite 718] (s. ἄγω), vorher hineinführen; ἐμοῦ προεισηγμένου, sc. εἰς φράτορας, Dem. 39, 32; von Schauspielern, auftreten lassen, Arist. pol. 7, 17. – Med. für sich, zum eigenen Gebrauche vorher einführen; vom Lande in die Stadt, προεισάξαντο σιτία, Her. 1, 190. 8, 20.

Greek (Liddell-Scott)

προεισάγω: [ᾰ], Ἰων. προεσ-, εἰσάγω προηγουμένως ἢ πρότερον, εἰς τοὺς φράτερας Δημ. 1004. 6· τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Πλούτ. 2. 1066D· ― εἰσάγωπεριγράφω πρῶτον, τι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνι 2· ― Μέσ., εἰσάγω ἐκ τῶν προτέρων δι’ ἐμαυτὸν ἢ πρὸς ἰδίαν μου χρῆσιν, εἰσάγω ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν, προεσάξαντο σιτία Ἡρόδ. 1. 190, πρβλ. 8. 20. ΙΙ. ἀμετάβ., οὐδενὶ πώποτε παρῆκεν ἑαυτοῦ προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 17, 13.