παραμασήτης: Difference between revisions
From LSJ
τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless
(c2) |
(6_19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0489.png Seite 489]] ὁ, Mitkauer, komisch = [[παράσιτος]], Alexis bei Ath. VI, 242 c u. A. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0489.png Seite 489]] ὁ, Mitkauer, komisch = [[παράσιτος]], Alexis bei Ath. VI, 242 c u. A. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παραμᾰσήτης''': -ου, ὁ, ([[μασάομαι]]) ὁ κατὰ τὴν μάσησιν [[σύντροφος]], ὡς τὸ [[παράσιτος]], Ἄλεξις ἐν «Τροφονίῳ» 3, Τιμοκλῆς ἐν «Ἐπιστολαῖς» 2. 6· - οὕτω παραμᾰσύντης, ου, Ἄλεξις ἐν «Ταραντίνοις» 4, 8, Ἔφιππος ἐν «Ἐφήβοις» 1. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:01, 5 August 2017
English (LSJ)
ου, ὁ, (μασάομαι)
A trencher-companion, parasite, Alex.236, Timocl.9.6.
German (Pape)
[Seite 489] ὁ, Mitkauer, komisch = παράσιτος, Alexis bei Ath. VI, 242 c u. A.
Greek (Liddell-Scott)
παραμᾰσήτης: -ου, ὁ, (μασάομαι) ὁ κατὰ τὴν μάσησιν σύντροφος, ὡς τὸ παράσιτος, Ἄλεξις ἐν «Τροφονίῳ» 3, Τιμοκλῆς ἐν «Ἐπιστολαῖς» 2. 6· - οὕτω παραμᾰσύντης, ου, Ἄλεξις ἐν «Ταραντίνοις» 4, 8, Ἔφιππος ἐν «Ἐφήβοις» 1.