ἀμφισβήτησις: Difference between revisions
αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death
(13_4) |
(6_8) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0144.png Seite 144]] ἡ, Streit, Zweifel, γίγνεται [[περί]] τινος Plat. Phil. 15 a; Soph. 231 a; [[περί]] τινός ἐστι Rep. VII, 533 d; πολλὴν ἀμφισβήτησιν ἔχει (τὰ πράγματα) Arist. Nic. Eth. 10, 1, 2, es ist sehr zweifelhaft; ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν Antiph. 5, 16. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0144.png Seite 144]] ἡ, Streit, Zweifel, γίγνεται [[περί]] τινος Plat. Phil. 15 a; Soph. 231 a; [[περί]] τινός ἐστι Rep. VII, 533 d; πολλὴν ἀμφισβήτησιν ἔχει (τὰ πράγματα) Arist. Nic. Eth. 10, 1, 2, es ist sehr zweifelhaft; ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν Antiph. 5, 16. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀμφισβήτησις''': -εως, ἡ, [[φιλονεικία]], [[συζήτησις]], [[ἔρις]], [[ἀντιλογία]], ἀμφ. γίγνεται (ἢ ἐστί) [[περί]] τινος Πλάτ. Φίληβ. 15Α, Πολ. 533D· ἀμφ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς [[ὑπὲρ]] τῶν ὅρων Συλλ. Ἐπιγρ. 1711· ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν, ὑπολ. ἀφορμὴν πρὸς ἀμφισβήτησιν, Ἀντιφῶν 131. 17· ἀμφ. ποιεῖν Λυσ. 148. 30· ἀμφισβήτησιν ἔχει, ἐπιδέχεται ἀμφιβολίαν, συζήτησιν, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 1, 2· ἀμφ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ ὁ αὐτ. Πολιτικ. 3. 13, 5· ἀμφισβητήσεις [γίγνονται] μὴ βλαβερὸν [[εἶναι]] τι ὁ αὐτ. Ρητ. 3. 16, 6, κτλ. 2) ὡς ὅρος δικαν. τοῦ Ἀττικοῦ δικαίου, τὸ ἐγείρειν ἀξιώσεις ἐπί τινος κληρονομίας (ἴδε [[ἀμφισβητέω]] Ι. 3. β), Ἰσαῖος 56. 27. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:27, 5 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A dispute, controversy, ἀ. γίγνεται, ἔστι περί τινος, Pl.Phlb.15a, R.533d; ἀ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς ὑπὲρ τῶν ὅρων CIG1711 (Delph., i A.D.); ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν leave room for dispute, Antipho 5.16; ἀμφισβήτησιν ἔχει it admits of question, Arist.EN1100a18, etc.; ἀ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ Pol.1283b3; ἀμφις βητήσεις [εἰσίν], c. acc. et inf., Rh.1417a8; ἐξ ὧν ἡ πόλις συνέστηκεν, ἐν τούτοις ποιεῖσθαι τὴν ἀ. make a claim, Pol.1283a15, etc. 2 as Att. law-term, claim to an inheritance, ἀ. ποιεῖσθαι Lys.17.5, cf Is. 6.4, D.48.26.
German (Pape)
[Seite 144] ἡ, Streit, Zweifel, γίγνεται περί τινος Plat. Phil. 15 a; Soph. 231 a; περί τινός ἐστι Rep. VII, 533 d; πολλὴν ἀμφισβήτησιν ἔχει (τὰ πράγματα) Arist. Nic. Eth. 10, 1, 2, es ist sehr zweifelhaft; ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν Antiph. 5, 16.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφισβήτησις: -εως, ἡ, φιλονεικία, συζήτησις, ἔρις, ἀντιλογία, ἀμφ. γίγνεται (ἢ ἐστί) περί τινος Πλάτ. Φίληβ. 15Α, Πολ. 533D· ἀμφ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς ὑπὲρ τῶν ὅρων Συλλ. Ἐπιγρ. 1711· ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν, ὑπολ. ἀφορμὴν πρὸς ἀμφισβήτησιν, Ἀντιφῶν 131. 17· ἀμφ. ποιεῖν Λυσ. 148. 30· ἀμφισβήτησιν ἔχει, ἐπιδέχεται ἀμφιβολίαν, συζήτησιν, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 1, 2· ἀμφ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ ὁ αὐτ. Πολιτικ. 3. 13, 5· ἀμφισβητήσεις [γίγνονται] μὴ βλαβερὸν εἶναι τι ὁ αὐτ. Ρητ. 3. 16, 6, κτλ. 2) ὡς ὅρος δικαν. τοῦ Ἀττικοῦ δικαίου, τὸ ἐγείρειν ἀξιώσεις ἐπί τινος κληρονομίας (ἴδε ἀμφισβητέω Ι. 3. β), Ἰσαῖος 56. 27.