ἐξέδρα: Difference between revisions
(13_6a) |
(6_9) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0875.png Seite 875]] ἡ, ein Sitz draußen, bes. ein bedeckter Gang vor dem Hause, mit Sitzen versehen; Eur. Or. 1449 u. Sp., wie D. L. 3, 19; vgl. Poll. 1, 79; späterer Ausdruck für [[παστάς]], 7, 122; Harpocr. v. [[λέσχη]]. Bei den Römern ist exedra bes. ein Gesellschastszimmer, Cic. Or. 3, 5 de N. D. 1, 6 vgl. Vitruv. 5, 11. 7, 9; Gemach übh., Varr. R. R. 3, 5; Plut. Brut. 14. 17 nennt so die Halle am Theater des Pompejus, wo sich oft der Senat versammelte. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0875.png Seite 875]] ἡ, ein Sitz draußen, bes. ein bedeckter Gang vor dem Hause, mit Sitzen versehen; Eur. Or. 1449 u. Sp., wie D. L. 3, 19; vgl. Poll. 1, 79; späterer Ausdruck für [[παστάς]], 7, 122; Harpocr. v. [[λέσχη]]. Bei den Römern ist exedra bes. ein Gesellschastszimmer, Cic. Or. 3, 5 de N. D. 1, 6 vgl. Vitruv. 5, 11. 7, 9; Gemach übh., Varr. R. R. 3, 5; Plut. Brut. 14. 17 nennt so die Halle am Theater des Pompejus, wo sich oft der Senat versammelte. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐξέδρα''': ἡ, [[οἰκημάτιον]] παρὰ τὴν [[κυρίως]] οἰκίαν, ἔκλῃσε δ’ ἄλλον ἄλλοσ’ ἐν στέγαισι, τοὺς μὲν ἐν σταθμοῖς ἱππικοῖς, τοὺς δ’ ἐν ἐξέδραισι Εὐρ. Ὀρ. 1449, [[ἔνθα]] ὁ Σχολιαστὴς ἑρμηνεύει: «ἄλλον δ’ [[ἄλλοσε]] ἀγαγὼν ἔκλεισε, τοὺς μὲν ἐν τῷ (κοινῶς) σταύλῳ, τοῦς δὲ ἐν τῷ οἴκω τοῦ ἀποπάτου»· ― ὡς [[μέρος]] τοῦ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ Μουσείου, στοὰ ἢ [[αἴθουσα]] [[μετὰ]] καθισμάτων [[ἔνθα]] συνήρχοντο οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ ῥήτορες καὶ ὁμιληταὶ αὐτῶν, Στράβων 793, Κικ. Fin. 2. 4, Βιτρούβ. 5. 11: ― [[συχνάκις]] ἐν ἐπιγραφαῖς, [[ἔνθα]] ἀναγράφεται ὅτι τις ἀνήγειρε πρὸς χρῆσιν τοῦ δημοσίου ἐξέδραν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2088, 2430 κ. ἀλλ.· πρβλ. [[ἐξέδριον]]: ― ἴδε Βεκκήρου Χαρικλέα 303. ΙΙ. ἐν Ρώμῃ, [[αἴθουσα]], Κικ. de Or. 3. 5, Ν. Δ. 1. 6, πρβλ. Βιτρούβ. 5. 11· ― ἰδίως ἡ ἐν τῇ στοᾷ τῇ περὶ τὸ [[θέατρον]] τοῦ Πομπηΐου [[αἴθουσα]] ἐν Ρώμῃ, [[ἔνθα]] ἡ Σύγκλητος συνήρχετο, Πλουτ. Βροῦτ. 14, 17. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:29, 5 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A hall or arcade furnished with recesses and seats, in the gymnasia, E.Or.1449 (anap.), Men.Kon.10, IPE12.182 (Olbia), IG 12(3).1091 (Melos), BGU931.26 (i A. D.), etc.; in the schools of Philosophers, Phld.Acad.Ind.p.100M., Str.17.1.8, Cic.Fin.5.2.4, Vitr.5.11.2; in a private house, Gal.14.18. 2 bench, seat, in front of a house, D.L.4.19; any public bench, Str.13.4.5, D.Chr.28.2; belvedere, Nic.Dam.Fr.1J. 3 parlour or saloon, LXXEz.40.44, Cic. Orat.3.5.17, ND1.6.15, Vitr.6.7.3, 7.3.4, POxy.912.13 (iii A.D.); the hall in Pompey's theatre at Rome, where the Senate met, Plu. Brut.14, 17.
German (Pape)
[Seite 875] ἡ, ein Sitz draußen, bes. ein bedeckter Gang vor dem Hause, mit Sitzen versehen; Eur. Or. 1449 u. Sp., wie D. L. 3, 19; vgl. Poll. 1, 79; späterer Ausdruck für παστάς, 7, 122; Harpocr. v. λέσχη. Bei den Römern ist exedra bes. ein Gesellschastszimmer, Cic. Or. 3, 5 de N. D. 1, 6 vgl. Vitruv. 5, 11. 7, 9; Gemach übh., Varr. R. R. 3, 5; Plut. Brut. 14. 17 nennt so die Halle am Theater des Pompejus, wo sich oft der Senat versammelte.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξέδρα: ἡ, οἰκημάτιον παρὰ τὴν κυρίως οἰκίαν, ἔκλῃσε δ’ ἄλλον ἄλλοσ’ ἐν στέγαισι, τοὺς μὲν ἐν σταθμοῖς ἱππικοῖς, τοὺς δ’ ἐν ἐξέδραισι Εὐρ. Ὀρ. 1449, ἔνθα ὁ Σχολιαστὴς ἑρμηνεύει: «ἄλλον δ’ ἄλλοσε ἀγαγὼν ἔκλεισε, τοὺς μὲν ἐν τῷ (κοινῶς) σταύλῳ, τοῦς δὲ ἐν τῷ οἴκω τοῦ ἀποπάτου»· ― ὡς μέρος τοῦ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ Μουσείου, στοὰ ἢ αἴθουσα μετὰ καθισμάτων ἔνθα συνήρχοντο οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ ῥήτορες καὶ ὁμιληταὶ αὐτῶν, Στράβων 793, Κικ. Fin. 2. 4, Βιτρούβ. 5. 11: ― συχνάκις ἐν ἐπιγραφαῖς, ἔνθα ἀναγράφεται ὅτι τις ἀνήγειρε πρὸς χρῆσιν τοῦ δημοσίου ἐξέδραν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2088, 2430 κ. ἀλλ.· πρβλ. ἐξέδριον: ― ἴδε Βεκκήρου Χαρικλέα 303. ΙΙ. ἐν Ρώμῃ, αἴθουσα, Κικ. de Or. 3. 5, Ν. Δ. 1. 6, πρβλ. Βιτρούβ. 5. 11· ― ἰδίως ἡ ἐν τῇ στοᾷ τῇ περὶ τὸ θέατρον τοῦ Πομπηΐου αἴθουσα ἐν Ρώμῃ, ἔνθα ἡ Σύγκλητος συνήρχετο, Πλουτ. Βροῦτ. 14, 17.