ἀρχιπειρατής: Difference between revisions

From LSJ

καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)

Source
(6_19)
(Bailly1_1)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρχιπειρᾱτής''': -οῦ, ὁ, ὁ πρῶτος τῶν πειρατῶν, ὁ ἀρχηγὸς αὐτῶν, Διόδ. 20. 97, Πλουτ. Πομπ. 45.
|lstext='''ἀρχιπειρᾱτής''': -οῦ, ὁ, ὁ πρῶτος τῶν πειρατῶν, ὁ ἀρχηγὸς αὐτῶν, Διόδ. 20. 97, Πλουτ. Πομπ. 45.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />chef de pirates.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]], [[πειρατής]].
}}
}}

Revision as of 19:30, 9 August 2017

German (Pape)

[Seite 366] ὁ, Hauptmann der Seeräuber, Plut. Pomp. 45.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρχιπειρᾱτής: -οῦ, ὁ, ὁ πρῶτος τῶν πειρατῶν, ὁ ἀρχηγὸς αὐτῶν, Διόδ. 20. 97, Πλουτ. Πομπ. 45.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
chef de pirates.
Étymologie: ἄρχω, πειρατής.