ἀντιτιμάω: Difference between revisions

From LSJ

ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do

Source
(6_13b)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιτῑμάω''': μέλλ. -ήσω, τιμῶ τὸν τιμῶντά με, ἀνταποδίδω τιμὰς εἴς τινα, [[ὥστε]] καὶ ἀντετίμα αὐτὴν (τὴν Μανίαν) μεγαλοπρεπῶς ὁ Φαρνάβαζος Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 13· τινά τινί ὁ αὐτ. Κύρ. 5. 2, 11, κτλ.: - μέσ. μέλλ. [[μετὰ]] παθ. σημ., [[ὅπως]] χαριζομένη τι ἡμῖν ὑφ’ ἡμῶν ἀντιτιμήσεται ὁ αὐτ. Οἰκ. 9. 11. ΙΙ. Μέσ., ὡς ὅρος [[νομικός]], ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου ἐν δικαστηρίῳ, [[ἀντιπροτείνω]] [[ἄλλην]] ποινήν, ἣν ἐγὼ θεωρῶ δικαιοτέραν τῆς προταθείσης ὑπὸ τοῦ κατηγόρου, [[μετὰ]] γενικ. τοῦ τιμήματος, τιμᾶται δ’ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου· [[εἶεν]]· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, Δημ. 743. 21: πρβλ. [[τιμάω]] ΙΙΙ 2., [[ὑποτιμάω]].
|lstext='''ἀντιτῑμάω''': μέλλ. -ήσω, τιμῶ τὸν τιμῶντά με, ἀνταποδίδω τιμὰς εἴς τινα, [[ὥστε]] καὶ ἀντετίμα αὐτὴν (τὴν Μανίαν) μεγαλοπρεπῶς ὁ Φαρνάβαζος Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 13· τινά τινί ὁ αὐτ. Κύρ. 5. 2, 11, κτλ.: - μέσ. μέλλ. [[μετὰ]] παθ. σημ., [[ὅπως]] χαριζομένη τι ἡμῖν ὑφ’ ἡμῶν ἀντιτιμήσεται ὁ αὐτ. Οἰκ. 9. 11. ΙΙ. Μέσ., ὡς ὅρος [[νομικός]], ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου ἐν δικαστηρίῳ, [[ἀντιπροτείνω]] [[ἄλλην]] ποινήν, ἣν ἐγὼ θεωρῶ δικαιοτέραν τῆς προταθείσης ὑπὸ τοῦ κατηγόρου, [[μετὰ]] γενικ. τοῦ τιμήματος, τιμᾶται δ’ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου· [[εἶεν]]· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, Δημ. 743. 21: πρβλ. [[τιμάω]] ΙΙΙ 2., [[ὑποτιμάω]].
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />honorer en retour;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἀντιτιμάομαι-ῶμαι faire une contre-estimation, <i>càd</i> fixer de son côté le chiffre d’une amende, <i>avec le gén. de la somme</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[τιμάω]].
}}
}}

Revision as of 19:43, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιτῑμάω Medium diacritics: ἀντιτιμάω Low diacritics: αντιτιμάω Capitals: ΑΝΤΙΤΙΜΑΩ
Transliteration A: antitimáō Transliteration B: antitimaō Transliteration C: antitimao Beta Code: a)ntitima/w

English (LSJ)

   A honourin return, τινά X.HG3.1.13; τινὰπᾶσι τοῖς καλοῖς Id.Cyr.5.2.11, etc.:—fut. Med. in pass.sense, Id.Oec.9.11.    II Med. as law-term, make a counter-estimate of damages, c. gen. pretii, Pl.Ap.36b, D.24.138.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιτῑμάω: μέλλ. -ήσω, τιμῶ τὸν τιμῶντά με, ἀνταποδίδω τιμὰς εἴς τινα, ὥστε καὶ ἀντετίμα αὐτὴν (τὴν Μανίαν) μεγαλοπρεπῶς ὁ Φαρνάβαζος Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 13· τινά τινί ὁ αὐτ. Κύρ. 5. 2, 11, κτλ.: - μέσ. μέλλ. μετὰ παθ. σημ., ὅπως χαριζομένη τι ἡμῖν ὑφ’ ἡμῶν ἀντιτιμήσεται ὁ αὐτ. Οἰκ. 9. 11. ΙΙ. Μέσ., ὡς ὅρος νομικός, ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου ἐν δικαστηρίῳ, ἀντιπροτείνω ἄλλην ποινήν, ἣν ἐγὼ θεωρῶ δικαιοτέραν τῆς προταθείσης ὑπὸ τοῦ κατηγόρου, μετὰ γενικ. τοῦ τιμήματος, τιμᾶται δ’ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου· εἶεν· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, Δημ. 743. 21: πρβλ. τιμάω ΙΙΙ 2., ὑποτιμάω.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
honorer en retour;
Moy. ἀντιτιμάομαι-ῶμαι faire une contre-estimation, càd fixer de son côté le chiffre d’une amende, avec le gén. de la somme.
Étymologie: ἀντί, τιμάω.