ἀπεικονίζω: Difference between revisions

From LSJ
(6_13a)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπεικονίζω''': μέλλ. -ίσω ([[εἰκών]]), ὡς τὸ [[ἀπεικάζω]], παριστῶ ἐν εἰκόνι, αὑτὸν ἀπεικονίσας ἔπλασε Πραξιτέλην Ἀνθ. Π. 12. 56· [[ἐκφράζω]], [[αὐτόθι]] 127: ― Παθ., τῆς μὲν εἰκόνος κατὰ θεὸν ἀπεικονισθείσης Φίλων 1.106, 154, καὶ ἀλλ.
|lstext='''ἀπεικονίζω''': μέλλ. -ίσω ([[εἰκών]]), ὡς τὸ [[ἀπεικάζω]], παριστῶ ἐν εἰκόνι, αὑτὸν ἀπεικονίσας ἔπλασε Πραξιτέλην Ἀνθ. Π. 12. 56· [[ἐκφράζω]], [[αὐτόθι]] 127: ― Παθ., τῆς μὲν εἰκόνος κατὰ θεὸν ἀπεικονισθείσης Φίλων 1.106, 154, καὶ ἀλλ.
}}
{{bailly
|btext=représenter une chose d’après une autre.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[εἰκονίζω]].
}}
}}

Revision as of 19:48, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπεικονίζω Medium diacritics: ἀπεικονίζω Low diacritics: απεικονίζω Capitals: ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΩ
Transliteration A: apeikonízō Transliteration B: apeikonizō Transliteration C: apeikonizo Beta Code: a)peikoni/zw

English (LSJ)

(εἰκών)

   A represent in a statue, AP12.56 (Mel.); express, ψυχῇ κάλλος ib.127 (Mel.); generally, represent, Porph.Sent.44:— Pass., to be modelled, Ph.1.106, al.; to be described, 1.561.    2 Med., reflect, symbolize, τὴν [τῶν ἀπορρήτων] δύναμιν Procl. in Alc. p.25 C., cf. Inst.209, Aristaenet.2.5.

German (Pape)

[Seite 283] = ἀπεικάζω, Mel. 11. 26 (XII, 56. 127); Philo.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπεικονίζω: μέλλ. -ίσω (εἰκών), ὡς τὸ ἀπεικάζω, παριστῶ ἐν εἰκόνι, αὑτὸν ἀπεικονίσας ἔπλασε Πραξιτέλην Ἀνθ. Π. 12. 56· ἐκφράζω, αὐτόθι 127: ― Παθ., τῆς μὲν εἰκόνος κατὰ θεὸν ἀπεικονισθείσης Φίλων 1.106, 154, καὶ ἀλλ.

French (Bailly abrégé)

représenter une chose d’après une autre.
Étymologie: ἀπό, εἰκονίζω.