ἀπογέννημα: Difference between revisions

From LSJ

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347
(6_22)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπογέννημα''': τό, τὸ ἀπό τινος γεννηθέν, ἀπογεννάματα δὲ τουτέων ἐστὶ τὰ σώματα Τίμ. Λοκρ. 97Ε, Αἰλ. π. Ζ. 15. 8.
|lstext='''ἀπογέννημα''': τό, τὸ ἀπό τινος γεννηθέν, ἀπογεννάματα δὲ τουτέων ἐστὶ τὰ σώματα Τίμ. Λοκρ. 97Ε, Αἰλ. π. Ζ. 15. 8.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />progéniture.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[γεννάω]].
}}
}}

Revision as of 19:48, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπογέννημα Medium diacritics: ἀπογέννημα Low diacritics: απογέννημα Capitals: ΑΠΟΓΕΝΝΗΜΑ
Transliteration A: apogénnēma Transliteration B: apogennēma Transliteration C: apogennima Beta Code: a)poge/nnhma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A offspring, Ti.Locr.97e, Ael.NA 15.8.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπογέννημα: τό, τὸ ἀπό τινος γεννηθέν, ἀπογεννάματα δὲ τουτέων ἐστὶ τὰ σώματα Τίμ. Λοκρ. 97Ε, Αἰλ. π. Ζ. 15. 8.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
progéniture.
Étymologie: ἀπό, γεννάω.