ἐκριζόω: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἥ γε ἀνία τὸ ἐμποδίζον τοῦ ἰέναιsorrow is that which hinders motion

Source
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκριζόω''': ἐκριζώνω, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιγ΄, 29, Achmes Ὀνειρ. 202. 206: - Παθ., Βαβρ. 36. 8, κτλ.· ἐν εἴδει κατάρας, ἐκριζωθήσεται πανγενεὶ Συλλ. Ἐπιγρ. 916. 8. ΙΙ. [[παράγω]] ἐκ τῆς ῥίζης, Παλλάδ. Λαυσ. σ. 7.
|lstext='''ἐκριζόω''': ἐκριζώνω, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιγ΄, 29, Achmes Ὀνειρ. 202. 206: - Παθ., Βαβρ. 36. 8, κτλ.· ἐν εἴδει κατάρας, ἐκριζωθήσεται πανγενεὶ Συλλ. Ἐπιγρ. 916. 8. ΙΙ. [[παράγω]] ἐκ τῆς ῥίζης, Παλλάδ. Λαυσ. σ. 7.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>ao. Pass.</i> ἐξεριζώθην <i>pour</i> ἐξερριζώθην;<br />déraciner.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκ]], [[ῥιζόω]].
}}
}}

Revision as of 19:54, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκρῑζόω Medium diacritics: ἐκριζόω Low diacritics: εκριζόω Capitals: ΕΚΡΙΖΟΩ
Transliteration A: ekrizóō Transliteration B: ekrizoō Transliteration C: ekrizoo Beta Code: e)krizo/w

English (LSJ)

   A root out, LXX Je.1.10, al., Aesop.179, Ev.Matt.13.29 :—Pass., LXX Wi.4.4, Babr.36.8, etc.; ἁρπασθεῖσα ὑπὸ τοῦ δαίμονος ἐξεριζώθη IG12(7).405.24 (Amorgos) ; in a form of execration, ἐκριζωθήσεται πανγενεί ib.3.1424.

German (Pape)

[Seite 778] entwurzeln, N. T. u. Sp.; ἐξεριζώθη Babr. 36, 8; aus der Wurzel hervortreiben, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκριζόω: ἐκριζώνω, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιγ΄, 29, Achmes Ὀνειρ. 202. 206: - Παθ., Βαβρ. 36. 8, κτλ.· ἐν εἴδει κατάρας, ἐκριζωθήσεται πανγενεὶ Συλλ. Ἐπιγρ. 916. 8. ΙΙ. παράγω ἐκ τῆς ῥίζης, Παλλάδ. Λαυσ. σ. 7.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
ao. Pass. ἐξεριζώθην pour ἐξερριζώθην;
déraciner.
Étymologie: ἐκ, ῥιζόω.