παντομισής: Difference between revisions

From LSJ

Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος (Κατὰ Ἰωάννην 1:1) → In the beginning was the Word, and the Word was with God, and the Word was God.

Source
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παντομῑσής''': -ές, [[ὅλως]] [[μισητός]], μεμισημένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 644. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 323.
|lstext='''παντομῑσής''': -ές, [[ὅλως]] [[μισητός]], μεμισημένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 644. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 323.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />haï de tout le monde.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]], [[μισέω]].
}}
}}

Revision as of 20:05, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντομῑσής Medium diacritics: παντομισής Low diacritics: παντομισής Capitals: ΠΑΝΤΟΜΙΣΗΣ
Transliteration A: pantomisḗs Transliteration B: pantomisēs Transliteration C: pantomisis Beta Code: pantomish/s

English (LSJ)

ές,

   A all-hateful, A.Eu. 644.

German (Pape)

[Seite 464] ές, allverhaßt; κνώδαλα, Aesch. Eum. 614; Ios.

Greek (Liddell-Scott)

παντομῑσής: -ές, ὅλως μισητός, μεμισημένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 644. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 323.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
haï de tout le monde.
Étymologie: πᾶν, μισέω.