προτίω: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς αἰσχρὸν εὖ ζῆν ἐν πονηροῖς ἤθεσιν → Turpis res laute vivere ingenium malum → Wie schimpflich, wenn ein schlechter Mensch in Wohlstand lebt

Menander, Monostichoi, 564
(6_13a)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προτίω''': μέλλ. -τίσω [ῑ], τιμῶ περισσότερον, προτιμῶ, τι Αἰσχύλ. Ἀγ. 789, Εὐμ. 545· πρ. τινὰ τάφου, θεωρῶ τινα [[μᾶλλον]] ἄξιον ταφῆς ἢ ἕτερον, Σοφ. Ἀντ. 22.
|lstext='''προτίω''': μέλλ. -τίσω [ῑ], τιμῶ περισσότερον, προτιμῶ, τι Αἰσχύλ. Ἀγ. 789, Εὐμ. 545· πρ. τινὰ τάφου, θεωρῶ τινα [[μᾶλλον]] ἄξιον ταφῆς ἢ ἕτερον, Σοφ. Ἀντ. 22.
}}
{{bailly
|btext=honorer de préférence ; préférer : τινα τάφου SOPH juger qqn digne des honneurs de la sépulture.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[τίω]].
}}
}}

Revision as of 20:08, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προτίω Medium diacritics: προτίω Low diacritics: προτίω Capitals: ΠΡΟΤΙΩ
Transliteration A: protíō Transliteration B: protiō Transliteration C: protio Beta Code: proti/w

English (LSJ)

[ῐ], fut. -τίσω [ῑ],

   A prefer in honour, prefer, τι A.Ag.789 (anap.), Eu.546 (lyr.); τάφου . . τὸν μὲν προτίσας . . ἔχει has deemed the one more worthy of burial, S.Ant.22.

German (Pape)

[Seite 793] (s. τίω), vor Andern od. mehr ehren, vorziehen; πολλοὶ δὲ βροτῶν τὸ δοκεῖν εἶναι προτίουσι, Aesch. Ag. 763; Eum. 516; Ggstz von ἀτιμάζω, Soph. Ant. 22.

Greek (Liddell-Scott)

προτίω: μέλλ. -τίσω [ῑ], τιμῶ περισσότερον, προτιμῶ, τι Αἰσχύλ. Ἀγ. 789, Εὐμ. 545· πρ. τινὰ τάφου, θεωρῶ τινα μᾶλλον ἄξιον ταφῆς ἢ ἕτερον, Σοφ. Ἀντ. 22.

French (Bailly abrégé)

honorer de préférence ; préférer : τινα τάφου SOPH juger qqn digne des honneurs de la sépulture.
Étymologie: πρό, τίω.