στρογγύλλω: Difference between revisions

From LSJ

Τοὺς τῆς φύσεως οὐκ ἔστι λανθάνειν (μανθάνειν) νόμους → Legibus naturae non potest evadier → Naturgesetze keiner insgeheim verletzt

Menander, Monostichoi, 492
(6_1)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στρογγύλλω''': ([[στρογγύλος]], πρβλ. [[στωμύλλω]], [[στωμύλος]]), ποιῶ τι στρογγύλον, στρογγυλεύω, Ἀρετ. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 1.8, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. σ. 96 (ἀμφότερα ἐν τῷ παθ.). ΙΙ.[[περιστρέφω]], [[κλώθω]], χειρὶ στρ. κρόκην Ἀνθ. Π. 7. 726.
|lstext='''στρογγύλλω''': ([[στρογγύλος]], πρβλ. [[στωμύλλω]], [[στωμύλος]]), ποιῶ τι στρογγύλον, στρογγυλεύω, Ἀρετ. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 1.8, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. σ. 96 (ἀμφότερα ἐν τῷ παθ.). ΙΙ.[[περιστρέφω]], [[κλώθω]], χειρὶ στρ. κρόκην Ἀνθ. Π. 7. 726.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> arrondir;<br /><b>2</b> faire tourner.<br />'''Étymologie:''' [[στρογγυλός]].
}}
}}

Revision as of 20:10, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στρογγύλλω Medium diacritics: στρογγύλλω Low diacritics: στρογγύλλω Capitals: ΣΤΡΟΓΓΥΛΛΩ
Transliteration A: strongýllō Transliteration B: strongyllō Transliteration C: stroggyllo Beta Code: stroggu/llw

English (LSJ)

(στρογγύλος)

   A round off, make round, Aret.SA1.8 (Pass.).    II twirl, spin, χειρὶ σ. κρόκην AP7.726 (Leon.): dub. sens. in Archig. ap. Gal.8.90.

German (Pape)

[Seite 955] abrunden, rund machen, κρόκην χειρί Leon. Tar. 78 (VII, 726), u. a. Sp., auch in Prosa.

Greek (Liddell-Scott)

στρογγύλλω: (στρογγύλος, πρβλ. στωμύλλω, στωμύλος), ποιῶ τι στρογγύλον, στρογγυλεύω, Ἀρετ. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 1.8, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. σ. 96 (ἀμφότερα ἐν τῷ παθ.). ΙΙ.περιστρέφω, κλώθω, χειρὶ στρ. κρόκην Ἀνθ. Π. 7. 726.

French (Bailly abrégé)

1 arrondir;
2 faire tourner.
Étymologie: στρογγυλός.