ἐμπυελίδιον: Difference between revisions

From LSJ

ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat

Source
(6_21)
(big3_14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμπυελίδιον''': τό, καὶ ἐμπυελίς, ίδος, ἡ, ([[πύελος]]), [[κοίλωμα]] ἢ ὀπή, ἐν ᾗ εἰσέρχεται κνώδας ([[ἄξων]]) τροχοῦ, οἱ μὲν τροχοὶ περὶ κνώδακας [[σιδηροῦς]] ἐμβεβηκότας εἰς ἐμπυελίδας σιδηρᾶς Ἥρων π. Αὐτομ. 251, 245.
|lstext='''ἐμπυελίδιον''': τό, καὶ ἐμπυελίς, ίδος, ἡ, ([[πύελος]]), [[κοίλωμα]] ἢ ὀπή, ἐν ᾗ εἰσέρχεται κνώδας ([[ἄξων]]) τροχοῦ, οἱ μὲν τροχοὶ περὶ κνώδακας [[σιδηροῦς]] ἐμβεβηκότας εἰς ἐμπυελίδας σιδηρᾶς Ἥρων π. Αὐτομ. 251, 245.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, τό<br />mec. [[cojinete]], [[soporte]] sobre el que gira un eje, Hero <i>Aut</i>.10.1, 11.9.
}}
}}

Revision as of 12:28, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμπῠελίδιον Medium diacritics: ἐμπυελίδιον Low diacritics: εμπυελίδιον Capitals: ΕΜΠΥΕΛΙΔΙΟΝ
Transliteration A: empyelídion Transliteration B: empyelidion Transliteration C: empyelidion Beta Code: e)mpueli/dion

English (LSJ)

τό, Dim. of sq., Hero Aut.10.1.

German (Pape)

[Seite 818] τό, dim. zu Folgdm, Hechan.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμπυελίδιον: τό, καὶ ἐμπυελίς, ίδος, ἡ, (πύελος), κοίλωμα ἢ ὀπή, ἐν ᾗ εἰσέρχεται κνώδας (ἄξων) τροχοῦ, οἱ μὲν τροχοὶ περὶ κνώδακας σιδηροῦς ἐμβεβηκότας εἰς ἐμπυελίδας σιδηρᾶς Ἥρων π. Αὐτομ. 251, 245.

Spanish (DGE)

-ου, τό
mec. cojinete, soporte sobre el que gira un eje, Hero Aut.10.1, 11.9.