ἐξανοίγω: Difference between revisions
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
(Bailly1_2) |
(big3_15) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ouvrir entièrement.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[ἀνοίγω]]. | |btext=ouvrir entièrement.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[ἀνοίγω]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[abrir]] τὰ στόματα (τῶν ὑστερέων) μαλθακῶς ἐξανοίγειν Hp.<i>Mul</i>.1.68, cf. Ath.Al.M.28.980C, τοῦτο (τὸ [[διάφραγμα]]) D.S.1.33, τὴν θύραν καὶ τὰς θρίδας ... χρὴ πάντοθεν ἐξανοίξαντα εἰσεᾶσαι φῶς τε καὶ ἀέρα <i>Gp</i>.15.2.27, en v. pas. εἰ μὴ ταχὺ μὲν ἐξανοίγοιτο τὰ στόμια τῶν διωρύγων Str.16.1.10, cf. Diad.<i>Perf</i>.70, ὅταν ... τοῖς ὑποτόνοις ἐξανοίχθῃ τὸ κατασκεύασμα τῆς ἐξαιρίτιδος Ath.Mech.36.9<br /><b class="num">•</b>fig. [[destapar]], [[poner en acción]] ἐξάνοιγε μηχανὰς τὰς Σισύφου despliega las artimañas de Sísifo</i> Ar.<i>Ach</i>.391.<br /><b class="num">2</b> en perf. med. [[estar abierto]], [[estar despejado]] οἱ μὲν ὑψηλοὶ τῶν τόπων εἰσὶ ... εὐπνούστεροι ... διὰ τὸ πανταχόθεν ἐξανεῷχθαι los lugares más altos están más aireados al estar abiertos por todas partes</i> Ath.Med. en Orib.9.12.1. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:30, 21 August 2017
English (LSJ)
A lay open, μηχανὰς Σισύφου Ar.Ach.391; διάφραγμα D.S.1.33:—Pass., Str.16.1.10, Ath.Mech.36.9: pf. inf. ἐξανεῷχθαι to be exposed, of high ground, Ath.Med. ap. Orib.9.12.1.
German (Pape)
[Seite 870] (s. ἀνοίγω), ganz eröffnen, Ar. Ach. 391 u. Sp., wie D. Sic. 1, 33.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξανοίγω: ἀνοίγω ἐντελῶς, Ἀριστοφ. Ἀχ. 391. Διόδ. 1. 33.
French (Bailly abrégé)
ouvrir entièrement.
Étymologie: ἐξ, ἀνοίγω.
Spanish (DGE)
1 abrir τὰ στόματα (τῶν ὑστερέων) μαλθακῶς ἐξανοίγειν Hp.Mul.1.68, cf. Ath.Al.M.28.980C, τοῦτο (τὸ διάφραγμα) D.S.1.33, τὴν θύραν καὶ τὰς θρίδας ... χρὴ πάντοθεν ἐξανοίξαντα εἰσεᾶσαι φῶς τε καὶ ἀέρα Gp.15.2.27, en v. pas. εἰ μὴ ταχὺ μὲν ἐξανοίγοιτο τὰ στόμια τῶν διωρύγων Str.16.1.10, cf. Diad.Perf.70, ὅταν ... τοῖς ὑποτόνοις ἐξανοίχθῃ τὸ κατασκεύασμα τῆς ἐξαιρίτιδος Ath.Mech.36.9
•fig. destapar, poner en acción ἐξάνοιγε μηχανὰς τὰς Σισύφου despliega las artimañas de Sísifo Ar.Ach.391.
2 en perf. med. estar abierto, estar despejado οἱ μὲν ὑψηλοὶ τῶν τόπων εἰσὶ ... εὐπνούστεροι ... διὰ τὸ πανταχόθεν ἐξανεῷχθαι los lugares más altos están más aireados al estar abiertos por todas partes Ath.Med. en Orib.9.12.1.