ἀποσκαρίζω
From LSJ
Τραφὲν ὄρεσι καὶ φάραγξιν ἀγρίαις, κήρυξ πέφυκα τῆς λόγου ὑμνῳδίας. Φωνήν μὲν οὐκ ἔναρθρον, εὔηχον δ' ἔχω (Byzantine riddle) → Raised in the mountains and wild ravines, I have become the herald of hymns that are sung. I have no articulate voice...
German (Pape)
[Seite 324] zappelnd sterben, Lucill. 41 (XI, 114); LXX.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποσκᾰρίζω: ἀπασκαρίζω, ὃ ἴδε.
Spanish (DGE)
(ἀποσκᾰρίζω)
morir entre convulsiones LXX Id.4.21 (Aq.Id.4.21), AP 11.114 (Nicarch.).
Greek Monolingual
οδηγώ το κοπάδι στη βοσκή μετά την ανάπαυση του μεσημεριού.
Russian (Dvoretsky)
ἀποσκᾰρίζω: умирать в судорогах Anth.