ὁ δ' εὖ ἔρδων θεοὺς ἐλπίδι κυδροτέρᾳ σαίνει κέαρ → but he who does well to the gods cheers his heart with a more glorious hope
ἀλλαχοῦ επίρρ. (ΑΜ)
κάπου αλλού, σε άλλο τόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. της λ. άλλος με ουρανικό πρόσφυμα -αχ- (πρβλ. ἀλλαχή) + επίρρ. κατάλ. -ου].