ἀποκεφαλιστής

From LSJ
Revision as of 20:50, 22 March 2019 by Spiros (talk | contribs)

μαλακίζομαι πρὸς τὸν θάνατον → meet death like a weakling

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποκεφᾰλιστής Medium diacritics: ἀποκεφαλιστής Low diacritics: αποκεφαλιστής Capitals: ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΣΤΗΣ
Transliteration A: apokephalistếs Transliteration B: apokephalistēs Transliteration C: apokefalistis Beta Code: a)pokefalisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A headsman, beheader, head-chopper, decapitator, Str.11.14.14.

German (Pape)

[Seite 306] ὁ, der Kopfabschneider, Strab.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ verdugo encargado de decapitar Str.11.14.14.

Greek Monolingual

ο (AM ἀποκεφαλιστής)
1. αυτός που εκτελεί τον αποκεφαλισμό, ο δήμιος
νεοελλ.
«Αγιος Ιωάννης ο Αποκεφαλιστής» (αντί αποκεφαλισθείς)
ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, όταν γιορτάζεται τον Αύγουστο σ' ανάμνηση του αποκεφαλισμού του.