καὶ ποιήσας φραγέλλιον ἐκ σχοινίων πάντας ἐξέβαλεν ἐκ τοῦ ἱεροῦ, τά τε πρόβατα καὶ τοὺς βόας → And having made a whip out of cords he drove all from the temple sheep and cattle
Full diacritics: μήχι | Medium diacritics: μήχι | Low diacritics: μήχι | Capitals: ΜΗΧΙ |
Transliteration A: mḗchi | Transliteration B: mēchi | Transliteration C: michi | Beta Code: mh/xi |
related to μή as οὐχί to οὐ, ναίχι to ναί, Eub.23.
μήχι (Α)
μόριο το οποίο έχει σχέση με το μόριο μη, όπως και το ουχί έχει σχέση με το μόριο ου και το ναιχί με το μόριο ναι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μή-χι (πρβλ. οὐχί)].