περσεύς

From LSJ
Revision as of 05:50, 3 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (2b)

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source

German (Pape)

[Seite 603] ὁ, ein Fisch, Ael. H. A. 3, 28.

French (Bailly abrégé)

έως (ἡ) :
sorte de poisson de la mer Rouge.
Étymologie: DELG ?

Greek Monolingual

ὁ, Α
ονομασία ψαριού της Ερυθράς Θάλασσας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία άποψη, το προσηγορικό προέρχεται από το ανθρωπωνύμιο Περσεύς. Κατ' άλλη άποψη, πρόκειται για δάνεια λ. σχηματισμένη κατά τα ονόματα σε -εύς. Κατ' άλλους, τέλος, το ψάρι περσεύς ταυτίζεται με ένα είδος ψαριού που στα αραβικά ονομάζεται bohar. Ο τ. περσεύς εμφανίζει και παράλληλο τ. πέρσος].

Frisk Etymological English

Grammatical information: m.
Meaning: name of an unknown fish in the Red Sea (Ael. NA 3, 28); also πέρσος ὁ ἰχθῦς ποιὸς ἐν Ἐρυθρᾳ̃ γινόμενος H.
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Acc. to Ael. l.c. identical with the PN, what Strömberg Fischn. 96 tries to motivate. Rather a transformed foreign word (cf. Bosshardt 71). Thompson Fishes s. v. considers to identify the περσεύς with the Arab. fish bohar in meaning, evtl. also linguistically(?).