χαμαιπιτύϊνος

From LSJ
Revision as of 17:11, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source

Greek Monolingual

-ΐνη, -ον, Α
(για κρασί) παρασκευασμένος από το φυτό χαμαίπιτυς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαμαίπιτυς + κατάλ. -ινος (πρβλ. μαστίχ-ινος)].

German (Pape)

ΐνη, ϊνον, von der Pflanze χαμαίπιτυς, οἶνος, damit abgezogener Wein, Diosc.