ὑποπόλιος

From LSJ
Revision as of 19:51, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποπόλιος Medium diacritics: ὑποπόλιος Low diacritics: υποπόλιος Capitals: ΥΠΟΠΟΛΙΟΣ
Transliteration A: hypopólios Transliteration B: hypopolios Transliteration C: ypopolios Beta Code: u(popo/lios

English (LSJ)

ον,

   A somewhat grey, Anacr.25, Poll.2.12.

German (Pape)

[Seite 1229] etwas grau, bes. vom Haupthaare, Luc. Herc. 8.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποπόλιος: -ον, ὀλίγον τι πολιός, Λουκ. Προλαλιὰ ἢ Ἡρακλ. 8, Πολυδ. Β΄, 12.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
grisonnant.
Étymologie: ὑπό, πολιός.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
(για πρόσ.) αυτός που έχει κάπως γκρίζα μαλλιά, που άρχισε να ασπρίζει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + πολιός «γκρίζος, φαιός»].

Greek Monotonic

ὑποπόλιος: -ον, κάπως γκρίζος, γκριζωπός, σε Λουκ.