προσφόρημα

From LSJ
Revision as of 10:28, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (nl)

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσφόρημα Medium diacritics: προσφόρημα Low diacritics: προσφόρημα Capitals: ΠΡΟΣΦΟΡΗΜΑ
Transliteration A: prosphórēma Transliteration B: prosphorēma Transliteration C: prosforima Beta Code: prosfo/rhma

English (LSJ)

ατος, τό,=

   A προσφορά 111.2, E.El.423.

German (Pape)

[Seite 787] τό, = προσφορά; πολλά τοι ἂν εὕροι δαιτὶ προσφορήματα, Eur. El. 423.

Greek (Liddell-Scott)

προσφόρημα: τό, = προσφορὰ ΙΙΙ. 2, δηλ. τὰ προσφέρεσθαι δυνάμενα, ἐπιτήδεια, πολλά τοι γυνὴ χρήζουσ’ ἂν εὕροι δαιτὶ προσφορήματα Εὐρ. Ἠλ. 423, Λόγγος 3. 12.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
nourriture, assaisonnement.
Étymologie: προσφορέω.

Greek Monolingual

-ήματος, τὸ, Α προσφορῶ
τροφή, τρόφιμα.

Greek Monotonic

προσφόρημα: -ατος, τό, τα χρειώδη, τροφή, τρόφιμα, σε Ευρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσφόρημα -ατος, τό [προσφορέω] voedsel.