συνδιαπονέω
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
A continue to work together, μετά τινος Pl. Sph.218b; περί τι Id.Lg.842e.
German (Pape)
[Seite 1007] mit od. zugleich ausarbeiten, eine Arbeit vollenden; Plat. Legg. VIII, 842 e; μετά τινος, mit Einem arbeiten, sich üben, Soph. 318 b; u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συνδιαπονέω: διαπονῶ ὁμοῦ, συγκοπιάζω, συνεργάζομαι, μετά τινος Πλάτ. Σοφιστ. 218Β· περί τινος ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 842Ε.
Russian (Dvoretsky)
συνδιαπονέω: вместе трудиться (μετά τινος Plat.): περὶ τὴν τροφὴν σ. Plat. вместе трудиться над добыванием пищи.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συν-διαπονέω zich samen (met...) tot het einde toe inspannen; met μετά + gen. met iem.