Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
σύμμετρος, εἰδάλιμος, ὁμοιοπαθής, εἴκελος, ἐναλίγκιος, πρόσφορος, ποτίφορος, ἀλίγκιος, εἰκαστός, εἰκώς, προσεμφερής, ὅμοιος, προσῳδός, ἐοικώς, ἐμφερής, προσφερής, πιθανός