χρυσοκάνθαρος

From LSJ
Revision as of 10:35, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσοκάνθᾰρος Medium diacritics: χρυσοκάνθαρος Low diacritics: χρυσοκάνθαρος Capitals: ΧΡΥΣΟΚΑΝΘΑΡΟΣ
Transliteration A: chrysokántharos Transliteration B: chrysokantharos Transliteration C: chrysokantharos Beta Code: xrusoka/nqaros

English (LSJ)

ὁ,    A chafer (cf. χρυσομηλολόνθιον), Sch.Ar.Nu.761; -κάνθαροι, = Lat.bulli (dub. sens.), Gloss.; also χρῡσο-κανθαρίς, Jo.Sic. in AB1432.

German (Pape)

[Seite 1380] ὁ, der Goldkäfer, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσοκάνθᾰρος: ὁ, χρυσοῦς κάνθαρος, κοινῶς «ζίνα», ἐν δὲ τῇ Κυζίκῳ «βύσβιζας», Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 761, πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ μηλολόνθη.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
χρυσοπράσινο σκαθάρι, το έντομο μηλολόνθη
νεοελλ.
μτφ. (για πρόσ.) νεόπλουτος, ξιπασμένος πλούσιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + κάνθαρος «σκαθάρι»].