περίδεσις
From LSJ
οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor
English (LSJ)
εως, ἡ, A tying round, Muson.Fr.19p.107H.
German (Pape)
[Seite 572] ἡ, das Umbinden, Muson. bei Stob.
Greek (Liddell-Scott)
περίδεσις: -εως, ἡ, τὸ περιδένειν, περιδέσει πίλων ἢ ὑφασμάτων Μουσώνιος παρὰ Στοβ. σ. 18 ἐν τέλ.