θερμαντήριος

From LSJ
Revision as of 21:35, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

διαμεμαστιγωμένην καὶ οὐλῶν μεστὴν ὑπὸ ἐπιορκιῶν καὶ ἀδικίας → striped all over with the scourge, and a mass of wounds, the work of perjuries and injustice

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θερμαντήριος Medium diacritics: θερμαντήριος Low diacritics: θερμαντήριος Capitals: ΘΕΡΜΑΝΤΗΡΙΟΣ
Transliteration A: thermantḗrios Transliteration B: thermantērios Transliteration C: thermantirios Beta Code: qermanth/rios

English (LSJ)

α, ον,    A promoting warmth, φάρμακα Hp.Loc.Hom.17.    II χαλκίον θ.,= θερμαντήρ, IG4.39 (Aegina), 22.1416, Gal.13.663.

German (Pape)

[Seite 1201] zum Erwärmen geschickt, Hippocr. u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

θερμαντήριος: -α, -ον, προξενῶν θερμότητα, φάρμακα Ἱππ. 416. 5. ΙΙ. χαλκίον θερμαντήριον = θερμαντήρ, Συλλ. Ἐπιγρ. 161, 2139 οὕτω, θερμαντήριον μόνον, Γαλην.

Greek Monolingual

θερμαντήριος, -ία, -ον (Α) θερμαντήρ
1. αυτός που προκαλεί θερμότητα («θερμαντήρια φάρμακα», Ιπποκρ.)
2. φρ. «χαλκίον θερμαντήριον» — θερμαντήρας.