Σύντριψ
From LSJ
παρώνυμα δέ λέγεται ὅσα ἀπό τινος διαφέροντα τῇ πτώσει τήν κατά τοὔνομα προσηγορίαν ἔχει, οἷον ἀπό τῆς γραμματικῆς ὁ γραμματικός καί ἀπό τῆς ἀνδρείας ὁ ἀνδρεῖος. → Things are said to be named 'derivatively', which derive their name from some other nam
English (LSJ)
ῐβος, ὁ, A the Smasher, a lubber-fiend that breaks all the pots in the kitchen, Hom.Epigr.14.9.
Russian (Dvoretsky)
Σύντριψ: ῐβος ὁ Синтриб, «Разбиватель» (домовой, которому гончары приписывали разбивание горшков) Hom.